Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2022

Ο δημοσιογράφος και ο ληστής

Νέα Υόρκη

Η προβολή ή η απόκρυψη στοιχείων για την εγκληματικότητα αποτελεί ένα από τα ισχυρότερα όπλα που διαθέτουν δεξιές κυβερνήσεις και ΜΜΕ σε όλο τον κόσμο για να ασκούν έλεγχο στο εκλογικό σώμα. Μαζί όμως με τα επίπεδα της εγκληματικότητας είναι σε θέση να καθορίσουν και τι αντιλαμβανόμαστε ως έγκλημα.


Μία εβδομάδα μετά τις πρόσφατες ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ σημειώθηκε μια απρόσμενη αλλαγή στο ειδησεογραφικό πρόγραμμα του ακροδεξιού δικτύου Fox News. Οι ειδήσεις που αφορούσαν βίαια εγκλήματα στην Αμερική μειώθηκαν κατά περίπου 50% σε σχέση με την περίοδο πριν από τις εκλογές. Οπως ανέφερε το ανεξάρτητο παρατηρητήριο μέσων ενημέρωσης, Media Matters for America, την προεκλογική περίοδο ο σταθμός παρουσίαζε κατά μέσο όρο 141 ειδήσεις εγκλημάτων εβδομαδιαίως, ενώ τις πρώτες επτά ημέρες αφού έκλεισαν οι κάλπες ο σχετικός αριθμός έπεσε στις 71 ειδήσεις.

Προφανώς δεν μειώθηκε η εγκληματικότητα στις ΗΠΑ μέσα σε μία εβδομάδα. Απλώς η προεκλογική τρομολαγνεία ήταν το δώρο του Fox News προς τους Ρεπουμπλικανούς υποψηφίους οι οποίοι κατέβαιναν με τη γνωστή ατζέντα «του νόμου και της τάξης».

Οι ειδήσεις που μετέδιδε προεκλογικά το κανάλι δεν ήταν φυσικά ψευδείς ή κατασκευασμένες. Σε μια χώρα 330 εκατομμυρίων κατοίκων τα δελτία Τύπου της αστυνομίας προσφέρουν υλικό για να γεμίσουν δεκάδες φορές το πρόγραμμα ενός σταθμού. Τα ΜΜΕ όμως μπορούν να αποφασίσουν πόσα περιστατικά θα παρουσιάσουν ανά ημέρα ανάλογα με το αν επιθυμούν να δημιουργήσουν εικόνα ασφάλειας ή πανικού στον πληθυσμό.

Προφανώς παρόμοιες πρακτικές χρησιμοποιούνται και σε άλλα ρεπορτάζ. Τα ελληνικά ΜΜΕ μπορούν π.χ. να αναφέρονται εκτενώς στις αερομαχίες που πραγματοποιούνται στο Αιγαίο όταν θέλουν να δικαιολογήσουν νέα εξοπλιστικά προγράμματα ή αντίθετα να τις αποσιωπούν για να δώσουν μια εικόνα διπλωματικής σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο. Το αστυνομικό δελτίο όμως παραμένει ο βασιλιάς στην εσκεμμένη πρόκληση μιντιακού πανικού και αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά πολιτικοί, δημοσιογράφοι και φυσικά η ίδια η αστυνομία.

Στην Ελλάδα η υπεραλίευση θεμάτων από το αστυνομικό δελτίο με στόχο την ενίσχυση δεξιών και ακροδεξιών κομμάτων και πολιτικών γίνεται εύκολα αντιληπτή πριν από εκλογικές αναμετρήσεις αλλά και σε περιόδους που κυβερνήσεις θέλουν να αποσπάσουν την προσοχή της κοινής γνώμης από σημαντικά ζητήματα. Εξίσου εξόφθαλμη είναι η υπερπροβολή παραβατικών συμπεριφορών σε συγκεκριμένες περιοχές (π.χ. Εξάρχεια) και σε συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού (μετανάστες, Ρομά κ.ά.) για να δικαιολογηθούν πολιτικές αποφάσεις ή να συγκαλυφθούν εγκλήματα της αστυνομίας.

Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2021, αμέσως μετά τη δολοφονία από την αστυνομία του Νίκου Σαμπάνη στο Πέραμα, τα δελτία ειδήσεων γέμισαν από αναφορές σε παραβατικότητα των Ρομά, χωρίς φυσικά να έχει αυξηθεί ο αριθμός τους. Την ημέρα μάλιστα που η οικογένεια του θύματος παραχώρησε συνέντευξη Τύπου για να απαντήσει στους ισχυρισμούς της Ελληνικής Αστυνομίας, στρατιές δημοσιογράφων προωθούσαν την πληροφορία ότι «το 50% της εγκληματικότητας στην Αττική προέρχεται από καταυλισμούς Τσιγγάνων». Τα ρεπορτάζ είτε δεν ανέφεραν πηγή ή απέδιδαν την πληροφορία σε δημοσίευμα του «Πρώτου Θέματος», το οποίο επικαλούνταν ανώνυμες πηγές της αστυνομίας, οι οποίες με τη σειρά τους επικαλούνταν μια απόρρητη έρευνα η οποία δεν δημοσιεύθηκε ποτέ! (δείτε εδώ τα σχετικά παραδείγματα και βίντεο στις πηγές του βιβλίου Προπαγάνδα και Παραπληροφόρηση)

Το φαινόμενο βέβαια, όπως εξηγήσαμε, είναι παγκόσμιο και προσφέρεται για ακόμη μία παρατήρηση: τα ΜΜΕ δεν καθορίζουν απλώς το πώς αντιλαμβανόμαστε τα επίπεδα της εγκληματικότητας αλλά και το τι θεωρούμε έγκλημα.

Τους τελευταίους μήνες ερευνητές μέσων ενημέρωσης στις ΗΠΑ διαπίστωσαν δραματική αύξηση στα τηλεοπτικά ρεπορτάζ για μικροκλοπές σε καταστήματα. Συγκεκριμένα τα βίντεο από κάμερες ασφαλείας και κινητά τηλέφωνα που έδειχναν φτωχοδιαβόλους να κλέβουν προϊόντα από σουπερμάρκετ μεταδίδονταν ad nauseam σε εθνικά και τοπικά δίκτυα. Η μεγαλύτερη αύξηση όμως στη χώρα δεν αφορά όσα κλέβουν πολίτες από εταιρείες αλλά όσα κλέβουν εταιρείες από τους πολίτες και συγκεκριμένα από τους υπαλλήλους τους. Στοιχεία του FBI αποδεικνύουν ότι η κλοπή δεδουλευμένων από εργαζομένους (wage theft) ανέρχεται σε 15 δισ. δολάρια ετησίως, είναι δηλαδή σχεδόν διπλάσια από το άθροισμα όλων των άλλων κλοπών (κλοπές αυτοκινήτων 8,86 δισ., διαρρήξεις 2,66 δσ., λοιπές κλοπές 1,62 δσ.). Μιλώντας φυσικά για κλοπή δεδουλευμένων το FBI δεν αναφέρεται στη μαρξιστική έννοια της υφαρπαγής υπεραξίας, αλλά στους μισθούς και τις υπερωρίες που ο καπιταλιστής εργοδότης είχε συμφωνήσει να πληρώσει βάσει του νόμου όμως τελικά δεν αποδίδει στον εργαζόμενο.

Παρά το γεγονός ότι η κλοπή μισθών από εταιρείες είναι υπερδιπλάσια από κάθε άλλο είδος κλοπής, ο χρόνος που αφιερώνουν τα μέσα ενημέρωσης στο συγκεκριμένο φαινόμενο είναι πρακτικά ανύπαρκτος. Για την ακρίβεια υπάρχουν δύο λόγοι που καθορίζουν ότι όσο πιο ασήμαντη είναι μια κλοπή τόσο περισσότερο χρόνο καταλαμβάνει σε ένα δελτίο ειδήσεων: Κατ’ αρχάς ένας λούμπεν προλετάριος που τρέχει με μια κλεμμένη καφετιέρα στον δρόμο γράφει καλύτερα στην κάμερα από έναν καπιταλιστή που πειράζει τις υποδιαστολές σε ένα λογιστικό έγγραφο. Κατά δεύτερον τα μέσα ενημέρωσης έχουν στηθεί για να αναπαράγουν το αφήγημα του δεύτερου και όχι του πρώτου.

Και όταν πια ένα σύστημα έχει χρησιμοποιήσει όλο το οπλοστάσιο των ΜΜΕ για να πείσει την κοινωνία ότι ο πιο επικίνδυνος εγκληματίας είναι αυτός που δεν πλήρωσε 20 ευρώ σε ένα βενζινάδικο, αναλαμβάνει η αστυνομία να του φυτέψει μια σφαίρα στο κεφάλι.

Αρης Χατζηστεφάνου – Εφημερίδα των Συντακτών

Δεν υπάρχουν σχόλια: