Στην πρωτεύουσα Χαρτούμ την περασμένη εβδομάδα, οι διαδηλωτές αντιμετωπίστηκαν με δακρυγόνα και χειροβομβίδες κρότου καθώς έφτασαν εντός 200 μέτρων από το προεδρικό παλάτι.
Οι μαζικές διαδηλώσεις ακολουθούν τη μεγάλη πτώση της αξίας της Σουδανικής λίρας τον τελευταίο μήνα, καθώς η στρατιωτική χούντα τερμάτισε την πολιτική σταθερής ισοτιμίας του νομίσματος, και λαμβάνουν χώρα πλάι στις συνεχιζόμενες απεργίες δασκάλων και σιδηροδρομικών εργατών στην Ατμπάρα για τους τραγικά χαμηλούς τους μισθούς.
Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα (World Food Programme – WFP) των Ηνωμένων Εθνών, σχεδόν οι μισοί από τα 44 εκατομμύρια κατοίκων του Σουδάν θα αντιμετωπίσουν την πείνα φέτος, ως αποτέλεσμα της απομάκρυνσης του Πρωθυπουργού Αμπντάλα Χαμντούκ από τον στρατό τον περασμένο Οκτώβρη (που ώθησε τα διεθνή οικονομικά ιδρύματα να παύσουν την παροχή κρίσιμης οικονομικής βοήθειας δισεκατομμυρίων δολαρίων), του πολέμου στην Ουκρανία και των κυρώσεων στη Ρωσία.
Σύμφωνα με το WFP, περίπου 20 εκατομμύρια άνθρωποι είναι πιθανό να βρεθούν σε επίπεδα «έκτακτης ανάγκης» ή «κρίσης» για «οξεία επισιτιστική ανασφάλεια», διπλάσιοι από τον αντίστοιχο αριθμό του 2021. Η κατάσταση έχει χειροτερεύσει δραματικά λόγω των αυξανόμενων παγκόσμιων τιμών σιτηρών, της έλλειψης ξένου συναλλάγματος και της ξηρασίας σε τμήματα του Σουδάν, τροφοδοτώντας το κλιμακούμενο κίνημα διαμαρτυρίας για τον τερματισμό της στρατιωτικής εξουσίας.
Όπως πολλές χώρες στην Αφρική, το Σουδάν το 2021 προμηθευόταν περίπου το 35% των εισαγωγών σίτου από τη Ρωσία και την Ουκρανία, και τώρα πρέπει να βρει εναλλακτικό προμηθευτή που θα απαιτεί πολύ υψηλότερες τιμές. Πέρυσι η Ρωσία και η Ουκρανία αντιπροσώπευαν σχεδόν το ένα τρίτο των παγκόσμιων εξαγωγών σιτηρών, το ένα πέμπτο του εμπορίου καλαμποκιού και σχεδόν το 80% της παραγωγής ηλιελαίου. Σύμφωνα με το υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ, οι παγκόσμιες προμήθειες σίτου θα στενέψουν, με τις εξαγωγές από τη Ρωσία και την Ουκρανία να είναι κατά 7 εκατομμύρια τόνους μικρότερες από ό,τι αναμενόταν πριν τον πόλεμο.
Οι εξαγωγές από τη Ρωσία και την Ουκρανία έχουν ουσιαστικά σταματήσει, λόγω των κυρώσεων της Ουάσινγκτον και των ευρωπαϊκών δυνάμεων στις ρωσικές τράπεζες, τις θαλάσσιες μεταφορές και τις αεροπορικές εταιρείες, αλλά και λόγω της απαγόρευσης εξαγωγών σιτηρών και άλλων τροφίμων από την Ουκρανία για την αποφυγή μιας εσωτερικής ανθρωπιστικής κρίσης. Τα βόρεια λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας, όπου λαμβάνουν χώρα μερικές από τις πιο καταστροφικές μάχες και από όπου μετακινείται το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών σιτηρών της Ρωσίας και της Ουκρανίας, έχουν κλείσει, ενώ οι απαγορεύσεις πτήσεων υποχρεώνουν τα εμπορικά αεροπλάνα να κάνουν τον κύκλο του ρωσικού εναέριου χώρου. Το αποτέλεσμα είναι η περαιτέρω αύξηση των ήδη αυξημένων από τα προβλήματα της αλυσίδας μεταφορών λόγω της πανδημίας τιμών τροφίμων, και η εμβάθυνση της φτώχειας.
Η βόρεια Μαύρη Θάλασσα εξάγει τουλάχιστον το 12% των παγκόσμιων εμπορεύσιμων τροφικών θερμίδων, ενώ το 45% των εξαγωγών της Ουκρανίας σχετίζονται με τη γεωργία — η Ουκρανία έχει το ένα τρίτο του πιο γόνιμου εδάφους στον κόσμο. Καθώς ορισμένες από τις εξαγωγές της Ουκρανίας χρησιμοποιούνται για ζωική τροφή, η απαγόρευση εξαγωγών και οι υπόλοιπες διακοπές είναι πολύ πιθανό να επηρεάσουν την κτηνοτροφία. Η φυγή των Ουκρανών αγροτών λόγω των μαχών και η πολεμική καταστροφή υποδομών και εξοπλισμού απειλούν την περίοδο φύτευσης του Απριλίου.
Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η τιμή του σίτου αυξήθηκε κατά 80% μεταξύ Απριλίου 2020 και Δεκεμβρίου 2021, καθώς η πανδημία έστειλε τις τιμές των τροφίμων στο υψηλότερο επίπεδό τους από τη δεκαετία του 1970. Οι τιμές του σίτου έχουν αυξηθεί κατά 37% και του καλαμποκιού κατά 21% μέχρι στιγμής το 2022. Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης σίτου είναι υψηλότερα κατά 80% και του καλαμποκιού κατά 58%, από ότι πριν έξι μήνες.
Είκοσι τρεις από τις 54 χώρες της Αφρικής βασίζονται στη Ρωσία και την Ουκρανία για περισσότερες από τις μισές εισαγωγές ενός από τα βασικά τους είδη. Κάποιες χώρες είναι ακόμα πιο εξαρτώμενες: το Σουδάν, η Αίγυπτος, η Τανζανία, η Ερυθραία και το Μπενίν εισάγουν το 80% του σίτου τους, ενώ η Αλγερία, το Σουδάν και η Τυνησία περισσότερο από το 95% του ηλιελαίου τους από τη Ρωσία και την Ουκρανία. Και αυτές οι χώρες βλέπουν ευρεία αύξηση των τιμών, επιδεινώνοντας την πείνα υπό συνθήκες όπου οι περισσότερες αφρικανικές ελίτ δεν προσφέρουν κάποιο κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας.
Το κόστος ζωής θα εκτιναχθεί, ειδικά σε χώρες που εισάγουν την πλειοψηφία των τροφίμων τους και όπου οι οικονομικές επιπτώσεις της COVID-19 ήταν χειρότερες: στη Νιγηρία, την Κένυα, τη Γκάνα, τη Ρουάντα και την Αίγυπτο. Το φαινόμενο πρόκειται να διπλασιάσει τον αριθμό των ανθρώπων που θα αντιμετωπίσουν πείνα στην Αφρική, που εκτιμάται ότι θα φτάσει πάνω από 500 εκατ. από τα 1,2 δισ. κατοίκων της.
Οι κίνδυνοι είναι ιδιαίτερα οξείς στην Αίγυπτο, τον μεγαλύτερο αγοραστή σίτου στον κόσμο και τον μεγαλύτερο εισαγωγέα σίτου από τη Ρωσία και την Ουκρανία — οι εισαγωγές αυτές φτάνουν το 80% του συνόλου. Περίπου 30 εκατ. από τα 104 εκατ. κατοίκων της Αιγύπτου ζουν με λιγότερα από 1,50 δολάρια τη μέρα και περισσότεροι από 70 εκατ. βασίζονται στις κυβερνητικά επιδοτούμενες εισαγωγές για το ψωμί και το φυτικό τους λάδι.
Η κυβέρνηση της Αιγύπτου έχει απαγορεύσει την εξαγωγή σίτου, αλευριού και άλλων βασικών ειδών, κάτι που θα επισπεύσει την άνοδο των τιμών και θα επιβαρύνει χώρες όπως η Υεμένη, που ήδη αντιμετωπίζει τη χειρότερη ανθρωπιστική κρίση στον κόσμο. Το περασμένο έτος, ο πρόεδρος Αμπντέλ Φατέχ ελ-Σίσι ανακοίνωσε ότι θα αύξανε την επιδότηση στις τιμές του ψωμιού. Με τις επιδοτήσεις στο ψωμί να κοστίζουν ήδη 3,2 δισ. δολάρια ανά έτος, το υπουργείο Οικονομικών εκτιμά ότι θα χρειαστεί να προϋπολογίσει επιπλέον 763 εκατ. δολάρια για την περίοδο 2021-2022.
Τον περασμένο Ιούλιο, η κυβέρνηση της Αιγύπτου μείωσε την επιδότηση στο ηλιέλαιο και το σογιέλαιο κατά 20% και στο μη αναμεμιγμένο φυτικό έλαιο κατά 23,5%. Αυτήν την εβδομάδα, ο πρωθυπουργός Μουσταφά Μαντμπουλί έθεσε την τιμή του μη επιδοτούμενου ψωμιού στις 11,5 αιγυπτιακές λίρες, αυξημένη κατά 25%, καθώς το συνάλλαγμα έπεσε κατά 14% έναντι του δολαρίου έπειτα από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία.
Η Λιβύη, που βασίζεται στην Ουκρανία για πάνω από το 40% των εισαγωγών σίτου, είδε την τιμή του σίτου και του αλευριού να αυξάνεται κατά 30%. Σύμφωνα με το WFP, ακόμα και πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, το 12% των Λίβυων (περίπου 511.000 άνθρωποι) θα απαιτούσαν επισιτιστική βοήθεια το 2022. Υπάρχουν επίσης 635.051 μετανάστες, αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες στη Λιβύη, το ένα τέταρτο των οποίων θεωρούνται μετρίως ή έντονα επισιτιστικά ανασφαλείς.
Το Νότιο Σουδάν, χώρα διαλυμένη από τον εμφύλιο και τις συγκρούσεις μεταξύ αντίπαλων φατριών για τον έλεγχο των πηγών πετρελαίου από την ανεξαρτησία της το 2011, αντιμετωπίζει λιμό με 8,9 εκατ. από τους 12. εκατ. κατοίκους της να αναμένεται να αντιμετωπίσουν την πείνα στην επερχόμενη περίοδο ξηρασίας.
Στην Αιθιοπία, οι μάχες εντός και γύρω από την περιφέρεια Τιγκράι στον βορρά έχουν εκτοπίσει περισσότερους από 2 εκατ. ανθρώπους. Οι περισσότεροι από τους εναπομείναντες 4 εκατ. κατοίκους της περιφέρειας δεν έχουν αρκετό φαγητό και επιβιώνουν μειώνοντας τα γεύματά τους, πουλώντας τη σοδειά τους για να ξεπληρώσουν χρέη ή ζητιανεύοντας. Στο Τιγκράι υπάρχουν 454.000 υποσιτισμένα παιδιά, το ένα τέταρτο εκ των οποίων σοβαρά, και 120.000 υποσιτισμένες έγκυες ή θηλάζουσες γυναίκες. Η κατάσταση έχει επιδεινωθεί από την αδυναμία του ΟΗΕ να μεταφέρει έκτακτες προμήθειες τροφίμων στην περιφέρεια από τα μέσα Δεκεμβρίου.
Σύμφωνα με το WFP, 44 εκατ. άνθρωποι σε όλο τον κόσμο βρίσκονται στο χείλος του λιμού και άλλα 232 εκατ. είναι ένα βήμα πίσω τους. Το πρόγραμμα έχει πληγεί καθώς λαμβάνει από την Ουκρανία το μισό από το σιτάρι που διανέμει στις ανθρωπιστικές κρίσεις. Πρέπει τώρα να στραφεί σε άλλους προμηθευτές με υψηλότερο κόστος, εν μέσω τεράστιας αύξησης στη ζήτηση από χώρες διαλυμένες από τους αμερικανοκινούμενους πολέμους όπως το Αφγανιστάν, η Συρία, η Υεμένη, η Αιθιοπία και το Σουδάν — την ίδια ώρα που η χρηματοδότησή του από τις ανεπτυγμένες χώρες καταρρέει, καθώς οι πόροι εκτρέπονται προς την Ουκρανία.
Οι ηγέτες του πλανήτη και οι αναλυτές γνωρίζουν ότι η αυξανόμενη πείνα θα τροφοδοτήσει κοινωνική αστάθεια, μετανάστευση και πολιτική αναταραχή, όπως το 2011 που το αυξανόμενο κόστος ζωής επιτάχυνε την Αραβική Άνοιξη. Το προηγούμενο έτος έγιναν πέντε πραξικοπήματα στη Δυτική Αφρική. Μόλις το 22% των 1,2 δισ. κατοίκων της Αφρικής έχουν εμβολιαστεί κατά της COVID-19, ενώ τα 100 δισ. δολάρια σε βοήθεια για την αντιμετώπιση της πανδημίας που είχαν υποσχεθεί οι ανεπτυγμένες χώρες δεν έχουν ακόμα εμφανιστεί. Γύρω στις 20 αφρικανικές χώρες είναι υπερχρεωμένες και πλησιάζουν στην παύση πληρωμών των διεθνών τους δανείων.
Πηγή: Jean Shaoul – wsws.org
info-war.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου