«Πενήντα χρόνια αργότερα, το πραξικόπημα κατά της νόμιμα εκλεγμένης κυβέρνησης του Σαλβαδόρ Αλιέντε σηματοδοτεί ένα ιστορικό σημείο: την επιβολή ενός μοντέλου, το οποίο γνωρίζουμε ως νεοφιλελεύθερο, μέσω της χρήσης βάναυσης βίας κατά των λαϊκών τάξεων», προσθέτει σε συνέντευξή του στη La Jornada.
«Το νεοφιλελεύθερο μοντέλο, είτε πρόκειται για την εκδοχή του Πινοτσέτ στη Χιλή, είτε για του Κάρλος Μένεμ στην Αργεντινή, είτε για του Κάρλος Σαλίνας ντε Γκορτάρι στο Μεξικό, έχει αποτύχει, παρά τα λόγια για ένα δήθεν θαύμα. Από ιστορική σκοπιά, για τη Λατινική Αμερική αντιπροσώπευε την ιδιωτικοποίηση και την “ανα-πρωτογενοποίηση”[1] (= την οπισθοδρόμηση μιας οικονομίας που είχε υποστεί μια διαδικασία διαφοροποιημένης εκβιομηχάνισης προς μια μεγαλύτερη εξάρτηση από τις εξαγωγές πρώτων υλών -πετρέλαιο, φυσικό αέριο, στερεά ορυκτά, αγροτικά προϊόντα-) των οικονομιών της», σημειώνει ο Éric Toussaint, επικριτής των πολιτικών των διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών έναντι των χωρών του Νότου, διεθνιστής και ηγέτης κινημάτων όπως το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ.
Το πραξικόπημα κατά του Σαλβαδόρ Αλιέντε επέβαλε ένα οικονομικό μοντέλο αντίθετο στις λαϊκές τάξεις
Το δικτατορικό καθεστώς του Αουγκούστο Πινοτσέτ, του στρατηγού που ηγήθηκε του πραξικοπήματος κατά του προέδρου Αλιέντε, εγκαινίασε το νεοφιλελεύθερο κύμα και την εφαρμογή ενός οικονομικού και πολιτικού μοντέλου. Σύμφωνα με τον Toussaint, η Χιλή αποτέλεσε το εργαστήριο για την επιβολή αυτού του μοντέλου, το οποίο βασιζόταν, μεταξύ άλλων, στη μείωση της παρέμβασης του δημόσιου τομέα στη ρύθμιση των οικονομικών δραστηριοτήτων, στην ιδιωτικοποίηση στρατηγικών πόρων και στη μεταβίβαση υπηρεσιών όπως η υγεία και η εκπαίδευση σε ιδιωτικές επιχειρήσεις [2].
Με όρους οικονομικών πολιτικών, το στρατιωτικό πραξικόπημα της Χιλής διεξήχθη μέσα σε ένα ιδιαίτερο πλαίσιο, σύμφωνα με τον Éric Toussaint: οι προηγούμενες δεκαετίες είχαν σημαδευτεί από τις πολιτικές προώθησης της ανάπτυξης από το κράτος, που εφαρμόστηκαν στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στις χώρες του Βορρά. Σε αυτό το περιβάλλον, οικονομολόγοι όπως ο Μίλτον Φρίντμαν (ο οποίος εκπαίδευσε στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο τους κύριους οικονομολόγους που έθεσαν σε εφαρμογή το οικονομικό μοντέλο της χιλιανής δικτατορίας) «ή αντιδραστικοί στοχαστές εμπνευσμένοι από τη λεγόμενη Αυστριακή Σχολή, ήλπιζαν στις αρχές της δεκαετίας του 1970 να βάλουν τέλος σε μια περίοδο άνω των τριών δεκαετιών -ανάλογα με την περιοχή- και υποστήριξαν τη νεοφιλελεύθερη στροφή, που στην περίπτωση της Χιλής, επιβλήθηκε κυριολεκτικά με την απειλή πολυβόλου».
Οι πολιτικές που επιβλήθηκαν στη Χιλή από το 1973 και μετά «είχαν ως στόχο να θέσουν τέρμα σε μια περίοδο, η οποία διέφερε από περιοχή σε περιοχή, περίπου 35 ετών κεϋνσιανών πολιτικών στον Βορρά και στον Νότο[3], πολιτικών που διεκδικούσαν τόσο μια ορισμένη αυτονομία από τον ιμπεριαλισμό όσο και παραχωρήσεις από μέρους των κυρίαρχων τάξεων προς τις λαϊκές τάξεις. Αναφέρομαι σε μια περίοδο που, στη Λατινική Αμερική, περιλαμβάνει τις προεδρίες του Lázaro Cárdenas (Λάσαρο Κάρντενας) στο Μεξικό, του Juan Domingo Perón (Χουάν Ντομίνγκο Περόν) στην Αργεντινή και του Getulio Vargas (Ζετούλιο Βάργκας) στη Βραζιλία, που συνέχισαν εκείνες των Juscelino Kubitschek και Joao Goulart. Η Χιλή αποτέλεσε, επομένως, προάγγελο του τι επρόκειτο να ακολουθήσει στα χρόνια που ακολούθησαν το πραξικόπημα. Πρόκειται για μια ιστορική ημερομηνία, επειδή σηματοδοτεί την έναρξη της ευρείας αντεπίθεσης κατά των κεϋνσιανών πολιτικών προώθησης της ανάπτυξης από το κράτος και των αναπτυξιακών πολιτικών που εφαρμόστηκαν στη Λατινική Αμερική, όπως το πρότεινε η CEPAL».
Το πραξικόπημα του Πινοτσέτ ήταν «η αρχή ενός ταξιδιού προς τη νεοφιλελεύθερη κόλαση», το οποίο πέρασε μια νέα φάση με την άνοδο στην εξουσία της Μάργκαρετ Θάτσερ στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1979 και του Ρόναλντ Ρίγκαν στον Λευκό Οίκο το 1980. «Πρόκειται για μια ιστορική στροφή, την επιβολή ενός οικονομικού μοντέλου μέσω της χρήσης ωμής βίας κατά των εργατικών τάξεων και των αριστερών κινημάτων, όπως συνέβη επίσης στην Ουρουγουάη και την Αργεντινή». Ήταν, προσθέτει, «μια τρομερή περίοδος όσον αφορά την καταστολή στη Λατινική Αμερική. Γι’ αυτό μιλάμε για ένα οικονομικό μοντέλο, το νεοφιλελεύθερο μοντέλο, με μια πολύ σαφή συντηρητική πολιτική διάσταση, που συνοδεύεται από μια μαζική καταστολή από τις ένοπλες δυνάμεις, όπως συνέβη στη Χιλή και την Αργεντινή».
Ο Éric Toussaint εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι το πραξικόπημα στη Χιλή υποστηρίχθηκε όχι μόνο από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον στρατό τους και τις υπηρεσίες πληροφοριών και κατασκοπείας τους, αλλά και από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα όπως η Παγκόσμια Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
-Ποια οικονομικά συμφέροντα δημιούργησαν τις συνθήκες ή στήριξαν το πραξικόπημα κατά του προέδρου Αλιέντε;
-Ένας από τους λόγους της κατάρρευσης της κυβέρνησης Αλιέντε ήταν η εθνικοποίηση του χαλκού. Αυτή έθιξε μεγάλες αμερικανικές εταιρείες, που πίεσαν την αμερικανική κυβέρνηση και ενθάρρυναν τον δεξιό χιλιανό στρατό. Το μοντέλο άρχισε στη συνέχεια να εφαρμόζεται μέσω μαζικών ιδιωτικοποιήσεων και της «ανα-πρωτογενοποίησης», της απελευθέρωσης των επενδύσεων και της αύξησης του εξωτερικού χρέους. Όλα αυτά βασίστηκαν στην ιδέα ότι για την προσέλκυση επενδύσεων ήταν απαραίτητη η ιδιωτικοποίηση και η ψήφιση νόμων για την «προστασία» αυτών των επενδύσεων από την εθνικοποίηση. Με την πάροδο των ετών, οι υπεύθυνοι για την οικονομική πολιτική σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής κατέληξαν να βεβαιώνουν ότι δεν υπήρχε άλλος δρόμος πέρα από την άσκηση τέτοιων οικονομικών πολιτικών.
Θα έλεγα ότι δεν υπήρχε άλλος δρόμος προς την κόλαση. Αυτός ο δρόμος συνοδευόταν από μεγάλη προπαγάνδα για το δήθεν θαύμα του χιλιανού μοντέλου, όπως ακριβώς υπήρχε προπαγάνδα για το υποτιθέμενο θαύμα του Σαλίνας ντε Γκορτάρι στις αρχές της δεκαετίας του 1990 στο Μεξικό. Αλλά όλα αυτά τα μοντέλα απέτυχαν. Στη Χιλή, υπήρξε μια γενικευμένη κρίση στις τράπεζες υπό τη δικτατορία του Πινοτσέτ, και χρειάστηκε να διασωθούν, όπως και στο Μεξικό, στον Ισημερινό και σε άλλες χώρες. Η Λατινική Αμερική ιδιωτικοποίησε τις οικονομίες της και έγινε εξαγωγέας πρώτων υλών ή έδρα των maquiladoras (maquiladoras είναι εργοστάσια συναρμολόγησης/μονταρίσματος). Για παράδειγμα, πρόκειται για εργοστάσια αυτοκινήτων όπου τα εξαρτήματα δεν παράγονται, επειδή εισάγονται και συναρμολογούνται από κακοπληρωμένους, χαμηλής ειδίκευσης εργάτες. Τις δεκαετίες που προηγήθηκαν του πραξικοπήματος, σε αρκετές χώρες βρισκόταν σε εξέλιξη μια διαδικασία εκβιομηχάνισης.
-Τι συμβαίνει σήμερα με αυτόν τον τρόπο σκέψης για την οικονομική πολιτική;
-Η μαζική απόρριψη των νεοφιλελεύθερων πολιτικών από την πλειοψηφία των λαϊκών τάξεων στις χώρες της Λατινικής Αμερικής άρχισε να εκφράζεται με σαφήνεια μετά από τις δικτατορίες και την κρίση του χρέους της δεκαετίας του 1980. Μπορούμε να αναφέρουμε τις εξεγέρσεις στη Βενεζουέλα το 1989 (γνωστές ως Caracazo), κινήματα όπως οι Ζαπατίστας στο Μεξικό (από το 1994) και τις εκλογές του Ούγκο Τσάβες στη Βενεζουέλα, του Ραφαέλ Κορέα στο Εκουαδόρ και του Έβο Μοράλες στη Βολιβία ανάμεσα στο τέλος της δεκαετίας του 1990 και στις αρχές του αιώνα μας. Κοινός τους στόχος ήταν να ανακτήσουν τον έλεγχο των φυσικών πόρων, όπως το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Πιο πρόσφατα, μπορούμε να αναφέρουμε τις εκλογικές νίκες του Andrés Manuel López Obrador (Αντρές Μανουέλ Λόπες Ομπραντόρ) στο Μεξικό το 2018, του Alberto Fernández (Αλμπέρτο Φερνάντες) στην Αργεντινή το 2019 και, πιο πρόσφατα το 2022, του Gabriel Boric (Γκαμπριέλ Μπόριτς) και του Gustavo Petro (Γκουστάβο Πέτρο) στη Χιλή και την Κολομβία αντίστοιχα.
Υπάρχει ένα νέο κύμα προοδευτικών κυβερνήσεων, αλλά δεν βλέπουμε καμία ρήξη με το οικονομικό μοντέλο. Αυτό που κάνουν είναι να εφαρμόζουν μια πολιτική βοήθειας και δημόσιας ενίσχυσης των φτωχότερων τμημάτων των λαϊκών τάξεων, που είναι βέβαια σημαντική, αλλά δεν υπάρχει πραγματική βούληση για την επίτευξη διαρθρωτικών αλλαγών.
Πηγή: Μεξικανική εφημερίδα La Jornada, Παρασκευή 1 Σεπτεμβρίου 2023 https://www.jornada.com.mx/
Σημειώσεις
[1] Ανα-πρωτογενοποίηση. Υπάρχουν τρεις βασικοί οικονομικοί τομείς: ο πρωτογενής τομέας (άμεση εκμετάλλευση των φυσικών πόρων), ο δευτερογενής τομέας (βιομηχανίες μεταποίησης) και ο τριτογενής τομέας (υπηρεσίες). Σε γενικές γραμμές, όσο περισσότερο οι οικονομίες προοδεύουν και ενσωματώνουν την τεχνολογία, τόσο ισχυρότερες γίνονται στον δευτερογενή και τριτογενή τομέα. Σε ορισμένες χώρες που είναι ιδιαίτερα πλούσιες σε πρώτες ύλες, ωστόσο, το μερίδιο του πρωτογενούς τομέα αυξάνεται μερικές φορές σε βάρος της υπόλοιπης οικονομίας. Τότε κάνουμε λόγο για «ανα-πρωτογενοποίηση». Πηγή: https://www.monde-diplomatique.fr/publications/manuel_d_economie_critique/a57221
[2] Στο βιβλίο του World Bank: A Critical History, ο Éric Toussaint δείχνει ότι μια εν μέρει παρόμοια εξέλιξη έλαβε χώρα στις Φιλιππίνες από το δεύτερο εξάμηνο του 1972. Βλ. κεφάλαιο 7: Η Παγκόσμια Τράπεζα και οι Φιλιππίνες (σε απευθείας σύνδεση στη διεύθυνση https://www.cadtm.org/Banque-mondiale-et-Philippines)
[3] Στη Βραζιλία, η βίαιη αντιλαϊκή στροφή έγινε, με την υποστήριξη της Ουάσινγκτον, στα τέλη Μαρτίου 1964, όταν ο στρατός ανέτρεψε την προοδευτική κυβέρνηση του προέδρου Ζοάο Γκουλάρτ. Βλ. https://www.cadtm.org/Bresil-55-ans-apres-le-renversement-du-president-democratique-Joao-Goulart-le
των Roberto González Amador – Éric Toussaint
Πηγή μετάφρασης: contra-xreos.gr
Επιμέλεια: Γιώργος Μητραλιάς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου