Τετάρτη 6 Σεπτεμβρίου 2023

Ο ΕΝΔΟΔΥΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΚΑΝΙΒΑΛΙΣΜΟΣ

 Η υπερχρεωμένη Δύση, ευρισκόμενη απέναντι σε άλλες χώρες που συμμαχούν μεταξύ τους για να σταματήσει η παραδοσιακή λεηλασία τους, όπως είναι η πρωτοβουλία των BRICS, ξεκίνησε ήδη «να τρώει τις σάρκες της» – με αφετηρία τις ΗΠΑ οι οποίες, για να αντιμετωπίσουν τα τεράστια οικονομικά τους προβλήματα, δρομολόγησαν τη λεηλασία της ΕΕ. Οι ισχυρότερες ευρωπαϊκές χώρες με τη σειρά τους, για να «αντισταθμίσουν» τη λεηλασία τους από τις ΗΠΑ, έστω σε κάποιο βαθμό, θα θέσουν στο στόχαστρο τους τις ασθενέστερες – αφού διαφορετικά οι οικονομίες τους θα καταρρεύσουν. Επομένως, ο ενδοδυτικός οικονομικός κανιβαλισμός θα εξελιχθεί σε ενδοευρωπαϊκό – με πρώτα θύματα, τους πλέον αδύναμους κρίκους που δεν θα προβλέψουν να προετοιμαστούν για κάτι τέτοιο.

.Για πολλές δεκαετίες, η ΕΕ θεωρούταν ως το μελλοντικό «αντίβαρο», στη γεωπολιτική ηγεμονία των ΗΠΑ – ενώ προβλεπόταν πως τα κράτη μέλη της, θα αποκτούσαν σταδιακά μεγαλύτερη αυτονομία από την υπερδύναμη. Εν τούτοις, το αργότερο μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, αποδείχθηκε πως όλα αυτά ήταν κενά λόγια – αφού, σύμφωνα με τις αναφορές των αναλυτών στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων, η «βασσαλοποίηση» της Ευρώπης, δηλαδή η κατάσταση της ως προτεκτοράτο των ΗΠΑ, είναι σήμερα πιο έντονη από οποιαδήποτε άλλη στιγμή, μετά τα μέσα του 20ου αιώνα (πηγή).

Ο πόλεμος τώρα της Ουκρανίας δεν αποκάλυψε μόνο την εξάρτηση της ΕΕ από τις ΗΠΑ, όσον αφορά τα γεωπολιτικά ζητήματα – αλλά, επί πλέον, την παρακμή της Ευρώπης και την αυξανόμενη οικονομική της εξάρτηση από την υπερδύναμη. Μία εξάρτηση που προϋπήρχε μεν, αλλά έχει επιδεινωθεί σημαντικά – αφού, μετρούμενη ως προς την ισοτιμία αγοραστικής δύναμης (δηλαδή προσαρμοσμένη στις διαφορές στο κόστος ζωής), η οικονομία των ΗΠΑ ήταν 15% μεγαλύτερη από την οικονομία της Ευρωζώνης το 2008, ενώ σήμερα είναι 31% μεγαλύτερη!

Περαιτέρω, η οικονομική ανάπτυξη της Ευρωζώνης άρχισε να χάνει την επαφή της με τις ΗΠΑ, πολύ πριν τον πόλεμο της Ουκρανίας – κυρίως λόγω της καταστροφικής πολιτικής λιτότητας μετά το 2008, η οποία οδήγησε στη μακροπρόθεσμη κατάρρευση της ζήτησης και των επενδύσεων (στην Ελλάδα που εφαρμόσθηκε ότι χειρότερο θα μπορούσε ποτέ να φαντασθεί κανείς με τα μνημόνια, η κατάρρευση ήταν ακαριαία – ενώ μόνο ως οικονομικά αναλφάβητους ή/και ηλιθίους μπορεί να χαρακτηρίσει κανείς αυτούς που τάχθηκαν και τάσσονται ακόμη υπέρ των μνημονίων).

Η διαδικασία αυτή επιταχύνθηκε δραματικά το τελευταίο ενάμιση έτος. Ειδικότερα, σε αντίθεση με της ΗΠΑ, η ΕΕ υπέστη μία τεράστια οικονομική οπισθοδρόμηση, ως αποτέλεσμα του πολέμου – ιδίως λόγω της «αποσύνδεσης» του ρωσικού φυσικού αερίου, το οποίο  κάλυπτε προηγουμένως σχεδόν το μισό της ζήτησης της ηπείρου μας. Το εμπάργκο δε, είχε ως συνέπεια ένα μαζικό και ιστορικά μοναδικό ενεργειακό σοκ (πηγή) – το οποίο επιδεινώθηκε από την αισχροκέρδεια των μεγάλων ενεργειακών εταιριών, εις βάρος τόσο της βιομηχανίας, όσο και των νοικοκυριών.

Εν προκειμένω, σύμφωνα με τον Economist, οι υψηλές τιμές της ενέργειας «σκότωσαν» 68.000 ανθρώπους τον περασμένο χειμώνα, στις φτωχότερες χώρες της Ευρώπης – κυρίως σε αυτές που αναγκάσθηκαν να αγοράσουν το πολύ πιο ακριβό LNG από τις ΗΠΑ και το Κατάρ. Οι αυξανόμενες τιμές δε της ενέργειας και η πτώση της ζήτησης, ανάγκασαν δεκάδες εργοστάσια ενός ευρέος φάσματος ενεργοβόρων βιομηχανιών, όπως χάλυβα, αλουμινίου, λιπασμάτων, χημικών προϊόντων κλπ., να μειώσουν ή να σταματήσουν την παραγωγή τους – κάτι που με τη σειρά του οδήγησε σε μαζικές απολύσεις.

Μπορεί λοιπόν στην Ελλάδα να μην είχαμε ανάλογες καταστάσεις, λόγω της τρομακτικής αποβιομηχάνισης της χώρας μας και της επικέντρωσης της στον τουρισμό που δεν έχει ακόμη υποχωρήσει, αλλά στα βιομηχανικά κράτη οι αρνητικές επιπτώσεις ήταν πολύ μεγάλες – κάτι που ασφαλώς θα βιώσουμε αργότερα, ως οικονομία υπηρεσιών.

Η ευρωπαϊκή παρακμή

Συνεχίζοντας, εκείνη την εποχή αρκετοί ειδικοί ισχυρίσθηκαν πως αυτές οι επιπτώσεις θα ήταν βραχυπρόθεσμες – ότι οι τιμές της ενέργειας θα σταθεροποιούνταν τελικά και θα ακολουθούσε η ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας. Το ίδιο είχε ισχυρισθεί βέβαια η ΕΚΤ για τον πληθωρισμό, χαρακτηρίζοντας τον ως «παροδικό» – ενώ, όταν έγινε κατανοητό το λάθος της, έκανε ένα ακόμη μεγαλύτερο για να το διορθώσει: αύξησε απότομα τα βασικά της επιτόκια, παρά το ότι πρόκειται για πληθωρισμό προσφοράς, με αποτέλεσμα να τον τροφοδοτήσει (εάν βέβαια είναι λάθος και όχι εντολή των ΗΠΑ).

Σύμφωνα τώρα με τα τελευταία στοιχεία, η βιομηχανική παραγωγή συνεχίζει να μειώνεται ραγδαία σε ολόκληρη την Ευρώπη – λόγω των επίμονων υψηλών τιμών της ενέργειας, της υποτονικής εγχώριας αγοράς, του περιορισμού της παγκόσμιας ζήτησης και των αυστηρότερων συνθηκών δανεισμού. Εν προκειμένω, σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση της ΕΚΤ (πηγή), η ζήτηση για επιχειρηματικά δάνεια μειώθηκε κατά 42% το 2ο τρίμηνο του 2023, μετά από πτώση 38% το πρώτο τρίμηνο (γράφημα) – κάτι που αποτελεί ιστορικό χαμηλό, από την έναρξη αντίστοιχων ερευνών το 2003.

Η πτώση ήταν ακόμη μεγαλύτερη για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις – η ζήτηση των οποίων για πιστώσεις εξακολουθεί να είναι χαμηλότερη σήμερα, από όση ήταν την εποχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008. Εδώ συνέβαλε σίγουρα η άκαμπτη και λανθασμένη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ – η οποία δυστυχώς δεν φαίνεται να χαλαρώνει. Ως εκ τούτου, λογικά το ΔΝΤ προβλέπει το ρυθμό ανάπτυξης της Ευρωζώνης μόλις στο 0,9% το 2023 – έναντι 1,8% για τις ΗΠΑ, στις οποίες όμως ο πληθωρισμός είναι κυρίως ζήτησης και δικαιολογεί περισσότερο την πολιτική αύξησης των επιτοκίων της Fed (ανάλυση).

Η χώρα βέβαια που υποφέρει περισσότερο είναι η Γερμανία – η μεγαλύτερη και πιο σημαντική οικονομία της Ευρώπης, η οποία είναι το μοναδικό κράτος των G7, το ΑΕΠ του οποίου προβλέπεται να συρρικνωθεί το 2023. Η αιτία είναι ο προσανατολισμός της οικονομίας της στις εξαγωγές, με εστίαση στις βιομηχανίες εντάσεως ενέργειας, όπως η παραγωγή αυτοκινήτων – οπότε η μεγάλη εξάρτηση της από τη διεθνή ανταγωνιστικότητα αυτών των προϊόντων που επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τις ενεργειακές τιμές.

Είναι γνωστά δε εδώ τα συμβάντα με τους Nord Stream 1 και 2 – σημειώνοντας πως ο Nord Stream 2 θα άρχιζε να λειτουργεί από τις αρχές του 2022, εάν δεν ξεκινούσε τότε ο πόλεμος (αν και μόνο ο ένας από τους δύο «σωλήνες» του καταστράφηκε, ενώ ο άλλος που παρέμεινε άθικτος, δεν τέθηκε ποτέ σε λειτουργία).

Η αποβιομηχάνιση

Περαιτέρω η Γερμανία, όπως επίσης άλλα ευρωπαϊκά κράτη, έχουν κάνει μεγάλες προσπάθειες αγοράς φυσικού αερίου από άλλες χώρες – είτε αγοράζοντας περισσότερο από τη Νορβηγία ή την Ολλανδία, είτε επεκτείνοντας τις υποδομές της για την εισαγωγή LNG από τις ΗΠΑ και το Κατάρ.

Δείκτης υπευθύνων αγορών του μεταποιητικού τομέα της Γερμανίας

Εν τούτοις, ο συνδυασμός των μειωμένων ροών φυσικού αερίου, των υψηλότερων τιμών της ενέργειας και των αυξήσεων των επιτοκίων εκ μέρους της ΕΚΤ, έχει πλήξει πολύ σοβαρά τη γερμανική βιομηχανία – κάτι που φαίνεται καθαρά από το δείκτη υπευθύνων αγορών του μεταποιητικού τομέα για τη Γερμανία, ο οποίος δείχνει πως η οικονομία της ευρίσκεται σε ελεύθερη πτώση και ύφεση, από τις αρχές του 2023 (γράφημα).

Όσον αφορά δε τις παραγγελίες των επιχειρήσεων μηχανολογικού εξοπλισμού της χώρας, οι οποίες αποτελούσαν επίσης δείκτη της οικονομικής της κατάστασης για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, υποχώρησαν κατά 10% μόνο το Μάιο του 2023 – για όγδοο συνεχή μήνα. Το ίδιο συμβαίνει σε αρκετούς άλλους κλάδους – ενώ η γερμανική βιομηχανική παραγωγή στο σύνολο της παραμένει στάσιμη και η χώρα θεωρείται ξανά ο μεγάλος ασθενής της Ευρώπης, όπως πριν το 2000, λόγω τότε του κόστους της ενοποίησης (περί τα 150 δις € ετησίως, για περίπου δέκα έτη).

Δεν προξενεί λοιπόν εντύπωση το γεγονός ότι, όλο και πιο πολλές γερμανικές επιχειρήσεις προσπαθούν να μειώσουν το λειτουργικό τους κόστος. Για παράδειγμα, ο γερμανικός κολοσσός του κλάδου των χημικών, η BASF, δήλωσε πως σχεδιάζει να περικόψει μόνιμα θέσεις εργασίας στην Ευρώπη – ενώ ανοίγει ένα νέο εργοστάσιο στην Κίνα και επενδύει στον εκσυγχρονισμό του βιομηχανικού της συγκροτήματος στις ΗΠΑ (Tennessee).

Εκτός αυτού, το Φεβρουάριο ανακοίνωσε το κλείσιμο ενός εργοστασίου λιπασμάτων στη «γενέτειρα» της, στο Ludwigshafen, καθώς επίσης άλλων εγκαταστάσεων – με αποτέλεσμα την απώλεια 2.600 θέσεων εργασίας. Την ίδια στιγμή, η ιδιοκτήτρια του μεγαλύτερου εργοστασίου αλουμινίου της Γερμανίας, η Uedesheimer Rheinwerk, ανακοίνωσε το κλείσιμο του εργοστασίου της έως το τέλος του έτους (πηγή) – λόγω του υψηλού ενεργειακού κόστους.

Η Bayer, ο γερμανικός φαρμακευτικός κολοσσός, σκοπεύει επίσης να στρέψει το ενδιαφέρον της στις ΗΠΑ και στην Κίνα – ενώ οι βασικοί κατασκευαστές αυτοκινήτων, η BMW και η Mercedes, ακολουθούν τον ίδιο δρόμο. Σε κάθε περίπτωση, με βάση μία έρευνα (πηγή) σε 128 Γερμανούς προμηθευτές αυτοκινήτων, κανένας από αυτούς δεν σχεδιάζει να επενδύσει στην εγχώρια αγορά – ενώ περισσότερες από το 25% των επιχειρήσεων σχεδιάζουν να μεταφέρουν τις δραστηριότητες τους στο εξωτερικό. Σύμφωνα δε με τον Economist, σχεδόν το 1/3 των γερμανικών μικρομεσαίων εταιριών, σκέφτεται τη μετεγκατάσταση της παραγωγής και των θέσεων εργασίας τους στο εξωτερικό – ενώ μία στις έξι το  έχει ήδη κάνει.

Όλα τα παραπάνω αντικατοπτρίζονται στα συγκλονιστικά στοιχεία που δημοσίευσε πρόσφατα το Γερμανικό Οικονομικό Ινστιτούτο (πηγή) – τα οποία δείχνουν πως οι ξένες επενδύσεις στη χώρα έχουν σχεδόν καταρρεύσει (γράφημα). Εύλογα συμπεραίνεται λοιπόν πως η αποβιομηχάνιση της Γερμανίας δεν είναι πια απλώς υφέρπουσα – ενώ το γεγονός ότι, ο υπουργός Οικονομίας της χώρας επεσήμανε πρόσφατα πως θα υπάρξει ανάγκη περαιτέρω μείωσης των γερμανικών βιομηχανικών δραστηριοτήτων, εάν το ρωσικό αέριο που έρχεται ακόμη μέσω της Ουκρανίας «στερέψει», κάνει τα πράγματα πολύ χειρότερα.

Μπορεί κανείς εδώ να μη συμπαθεί τη Γερμανία, ιδιαίτερα εμείς οι Έλληνες που έχουμε υποφέρει πολλές φορές με ευθύνη της, αλλά η κατάσταση της οικονομίας της είναι προάγγελος της οικονομικής παρακμής ολόκληρης της ηπείρου μας – όχι μόνο επειδή η χώρα είναι η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης.

Ειδικότερα, πολλές άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες είναι ενσωματωμένες στις αλυσίδες εφοδιασμού της Γερμανίας – παρέχουν δηλαδή εξαρτήματα στις μεγάλες γερμανικές εταιρίες ή ακόμη και συναρμολογούν τα τελικά της προϊόντα. Επομένως, θα υπάρξουν σημαντικές πανευρωπαϊκές επιπτώσεις, από την ενδεχόμενη κατάρρευσή της – ενώ ακόμη και ο τουρισμός θα υποφέρει, αφού χωρίς παραγωγή και θέσεις εργασίας, δεν πληρώνονται και δεν υπάρχει ζήτηση των όποιων υπηρεσιών.

Ο «ενδοδυτικός» οικονομικός κανιβαλισμός  

Συνεχίζοντας, είναι πλέον φανερό πως μέσω του πολέμου της Ουκρανίας, οι ΗΠΑ έχουν γίνει ακόμη ισχυρότερες – ενώ η Ευρώπη αποδυναμώνεται συνεχώς. Εκτός αυτού, ο πόλεμος δεν έδωσε στις ΗΠΑ μόνο την ευκαιρία να αποκαταστήσουν τη στρατιωτική τους ηγεμονία στην Ευρώπη, μέσω του μετασχηματισμού και της επέκτασης του ΝΑΤΟ – καθώς επίσης την ευκαιρία να κερδίσουν τεράστια ποσά και ΑΕΠ, τόσο από την πώληση στρατιωτικού εξοπλισμού, όσο και LNG σε πανάκριβες τιμές.

Κατέστησε επί πλέον πολύ πιο εξαρτημένη την Ευρώπη, οικονομικά και αμυντικά, από τις ΗΠΑ – ενώ η εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο έχει αντικατασταθεί από μία κατά πολύ ακριβότερη: από το αμερικανικό LNG. Σωστά δε έχει αναφερθεί ότι η Γερμανία, η οποία επεδίωκε την ηγεμονία της ΕΕ και την ανάδειξη της σε μία παγκόσμια δύναμη, ηττάται από την Αμερική για τρίτη φορά μέσα σε έναν αιώνα – από τον Αμερικανό οικονομολόγο M. Hudson (πηγή).

Σε κάθε περίπτωση, αρκετοί Γερμανοί υποθέτουν πως αυτό ήταν το σχέδιο των ΗΠΑ από την αρχή: η δημιουργία μίας «σφήνας», μεταξύ της (γερμανικής) Ευρώπης και της Ρωσίας (ανάλυση). Ότι ο σκοπός του πολέμου ήταν η αποτροπή της δημιουργίας ενός Ευρασιατικού χώρου – ο οποίος θα μπορούσε να κυριαρχήσει στον πλανήτη, θέτοντας τέλος στην αμερικανική ηγεμονία. Πόσο μάλλον όταν το ευρώ είναι τι δεύτερο μεγαλύτερο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα – ενώ η ΕΚΤ μία πολύ ισχυρή κεντρική τράπεζα.

Πριν από τον πόλεμο βέβαια, οι ευρωπαϊκές χώρες και ειδικά η Γερμανία, αμφισβητούσαν την παραπάνω «γεωπολιτική επιταγή» των ΗΠΑ – όπως στο παράδειγμα των αγωγών Nord Stream, στην κατασκευή των οποίων ήταν ανέκαθεν σθεναρά αντίθετη η υπερδύναμη. Μετά τον πόλεμο όμως, οι σχέσεις της γερμανικής ΕΕ και της Ρωσίας έχουν καταστραφεί μακροπρόθεσμα – ενώ οι ΗΠΑ προωθούν σταθερά την 100% αμερικανόφιλη Πολωνία, ως οικονομικό και στρατιωτικό αντίβαρο της Γερμανίας, καθώς επίσης ως «προπύργιο» απέναντι στη Ρωσία (το γνωστό «διαίρει και βασίλευε»).

Μία οικονομικά εξασθενημένη ευρωπαϊκή ήπειρος πάντως, είναι επωφελής για τις ΗΠΑ – επειδή ικανοποιεί τις αμερικανικές φιλοδοξίες για μία μερική αποπαγκοσμιοποίηση, με την έννοια της αποσύνδεσης της Δύσης από την Κίνα, καθώς επίσης την «ανοικοδόμηση» της αμερικανικής παραγωγικής ικανότητας και την αυτάρκεια των ΗΠΑ, σε μία σειρά στρατηγικών βιομηχανιών. Εν προκειμένω, η ΕΕ δεν είναι στρατηγικός σύμμαχος – αλλά αντίπαλος και ανταγωνιστής που οι ΗΠΑ επιθυμούν να διατηρήσουν σε μία υποδεέστερη θέση και να μη χάσουν τον έλεγχο.

Ακριβώς για τους παραπάνω λόγους οι ΗΠΑ προώθησαν το νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού (IRA, ανάλυση) – ο οποίος παρέχει κίνητρα στις επιχειρήσεις, για να μεταφέρουν τις επενδύσεις τους από την Ευρώπη στην Αμερική. Διαπιστώνεται δηλαδή μία διαδικασία ενός «ενδοδυτικού οικονομικού κανιβαλισμού» – η οποία είναι εύλογη από την πλευρά των ΗΠΑ, αφού έχουν αποκλεισθεί εμπορικά και όχι μόνο από πολλές περιοχές του πλανήτη, λόγω της ανόδου της Κίνας.

Επίλογος

Ολοκληρώνοντας η υπερχρεωμένη Δύση, ευρισκόμενη απέναντι σε άλλες χώρες που συμμαχούν μεταξύ τους για να σταματήσει η παραδοσιακή λεηλασία τους, όπως είναι η πρωτοβουλία των BRICS (ανάλυση), ξεκίνησε ήδη «να τρώει τις σάρκες της» – με αφετηρία τις ΗΠΑ οι οποίες, για να αντιμετωπίσουν τα τεράστια οικονομικά τους προβλήματα, δρομολόγησαν τη λεηλασία της ΕΕ.

Οι ισχυρότερες ευρωπαϊκές χώρες με τη σειρά τους, για να «αντισταθμίσουν» τη λεηλασία τους από τις ΗΠΑ, έστω σε κάποιο βαθμό, θα θέσουν στο στόχαστρο τους τις ασθενέστερες – αφού διαφορετικά οι οικονομίες τους θα καταρρεύσουν. Επομένως ο ενδοδυτικός οικονομικός κανιβαλισμός θα εξελιχθεί σε ενδοευρωπαϊκό – με πρώτα θύματα, τους πλέον αδύναμους κρίκους που δεν θα προβλέψουν να προετοιμαστούν για κάτι τέτοιο.

analyst.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: