Η επιχείρηση ηθικής και κοινωνικής ισοπέδωσης και απαξίωσης του ελληνικού λαού αποτέλεσε τη βασική προϋπόθεση για την επιβολή του Μνημονίου και για την «αποδοχή» των απόλυτων εξουσιών της υπερ-κυβέρνησης του ΔΝΤ και της τρόικας. Πρόκειται για μια συντεταγμένη επιχείρηση «ιδεολογικής τρομοκρατίας» που παραπέμπει σε ολοκληρωτικές μεθόδους και σε αντιλήψεις περί «συλλογικής ευθύνης» οι οποίες συνδέονται με σκοτεινές εποχές.
Το ένα σκέλος της επιχείρησης αφορά την «οικονομική τρομοκρατία» που προωθήθηκε από την κυβέρνηση, και προσωπικά από τον πρωθυπουργό, με συμβολική εκφορά τη «χρεοκοπία», ώστε κάθε κοινωνική αντίδραση στα σκληρά μέτρα να θεωρηθεί ως καταστροφική και υπονομευτική.
Το δεύτερο σκέλος είναι εξίσου, ή και περισσότερο, κρίσιμο: Αποβλέπει στην ηθική απαξίωση, στην ενοχοποίηση ενός ολόκληρου λαού για την οικονομική κρίση: «Είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι», «Μαζί τα φάγαμε», είναι οι χυδαίες, οι κυνικές εκφράσεις, που προωθούν την επιχείρηση αυτή.
Προφανής ο στόχος: Να μετακυλισθούν οι τεράστιες ευθύνες των ηγεμονικών κομματικών ομάδων, των συμφερόντων της διαπλοκής, του πλέον ασύδοτου / κερδοσκοπικού κεφαλαίου, σε ολόκληρη την κοινωνία και στον ΚΑΘΕ ΠΟΛΙΤΗ ΑΤΟΜΙΚΑ. Να νιώσει ο ίδιος ότι είναι συνυπεύθυνος μαζί με τους πολιτικούς και τους επιχειρηματίες. Και μέσα σ’ ένα κλίμα αυτοτιμωρίας να συναισθανθεί ότι θα κάνουμε μια «νέα αρχή» συγχωρώντας αλλήλους…
Πώς όμως φτάσαμε σε αυτό το σημείο; Γιατί σήμερα μια αποδυναμωμένη πολιτική εξουσία μπορεί να επιβάλει τη δική της ιδεολογική «τρομοκρατία», να ενοχοποιεί –χωρίς σοβαρές αντιδράσεις– έναν ολόκληρο λαό;
Εδώ και δύο περίπου δεκαετίες βιώνουμε την κρίση και τη σταδιακή πτώση ενός ιστορικού πολιτισμού. Κανόνες, αξίες ατομικές και συλλογικές, κοινωνικές συμπεριφορές, αποδυναμώνονται και καταρρέουν. Ζούμε μια ιστορική κατάσταση την οποία ο E. Durkheim χαρακτήρισε ως ΑΝΟΜΙΑ. Η ανομία δεν συμπίπτει με την παράβαση του νόμου, με τη συνήθη παραβατικότητα. Αφορά στην κρίση των προτύπων, των καθολικών αξιών, των συλλογικών αντιλήψεων που συνέχουν και θεμελιώνουν μια ιστορική κοινωνία.
Δεν φτάσαμε τυχαία μέχρι εδώ και για την πορεία αυτή υπάρχουν υπεύθυνοι, υπάρχει μια σαφής ιεράρχηση ευθυνών. Στο εξωσυστημικό επίπεδο η επιρροή του νεοφιλελεύθερου προτύπου, που κυριάρχησε πλήρως από το 1990, υπήρξε καταλυτική. Το πρότυπο αυτό έθεσε τους δικούς του κανόνες και έδωσε το δικό του «νόημα», τις δικές του αντιλήψεις, επέβαλε τις δικές του «αξίες» σε ολόκληρο το φάσμα των πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών δραστηριοτήτων.
Πώς απάντησαν σε αυτή την «εισβολή» οι κρατούσες πολιτικές, οικονομικές και πνευματικές ελίτ; Ποιος ο βαθμός ευθύνης και ενοχής τους;
ΠΡΩΤΟΣ ΕΝΟΧΟΣ: Τα κόμματα και οι ηγετικές κομματικές ομάδες που υποχώρησαν στα οικονομικά συμφέροντα, που συναλλάχθηκαν και «διεπλάκησαν» με τα συμφέροντα αυτά για να διασφαλίσουν τη διατήρηση και την αναπαραγωγή της εξουσίας τους.
ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΑΛΛΑ ΚΥΡΙΟΣ ΕΝΟΧΟΣ: Τα οικονομικά συμφέροντα που επιδιώκουν να ισοπεδώσουν πλήρως τα κοινωνικά δικαιώματα, να επιβάλουν το «νόμο της ζούγκλας» μέσω του απηνούς ανταγωνισμού, να κερδοσκοπήσουν χωρίς φραγμούς. «Πού πήγαν τα λεφτά;». Στοιχεία της Eurostat μάς αποκαλύπτουν σήμερα ότι στη χώρα μας 30.000 πρόσωπα κατέχουν περιουσία (κινητή και ακίνητη) της τάξεως των 600 έως 700 δις ευρώ. Η φοροδιαφυγή, μαζί με τους βεβαιωμένους και μη εισπραττόμενους εδώ και χρόνια φόρους, ανέρχεται, σύμφωνα με μετριοπαθείς υπολογισμούς, σε 65 δις ευρώ…
Ο πολίτης έχει ασφαλώς τις δικές του ευθύνες.
Πρώτον, γιατί ανέχτηκε και νομιμοποίησε με την ψήφο του αυτό το σύστημα διαφθοράς και συναλλαγής.
Δεύτερον, γιατί αποδέχτηκε να «συμμετάσχει» (μέσω της φοροδιαφυγής, των πελατειακών σχέσεων, της συναλλαγής) στη «λογική» του συστήματος.
Όμως το μέγεθος της δικής του ευθύνης δεν έχει καμιά σχέση με αυτό των κυρίαρχων πολιτικών και οικονομικών μηχανισμών. Γιατί η διαφθορά του λαού, η συμμετοχή του στο σύστημα της συναλλαγής αποτέλεσε και αποτελεί όρο αναπαραγωγής της κυρίαρχης οικονομικής και πολιτικής εξουσίας. Γι’ αυτό και οι δυνάμεις αυτές την καλλιέργησαν και την προώθησαν.
Η απάντηση των πολιτών πρέπει να είναι σαφής:
«ΕΣΕΙΣ ΤΑ ΦΑΓΑΤΕ» και «Εμείς φταίμε, γιατί σας ανεχτήκαμε, σας ψηφίσαμε και γιατί, σ’ ένα βαθμό, καταντήσαμε σαν εσάς».
Αν συνειδητοποιήσουμε αυτή την αλήθεια, τότε θα μπορέσουμε να πραγματοποιήσουμε ένα τουλάχιστον βήμα προς τα εμπρός. Κι αυτό μπορεί να αποτελέσει πράγματι μια «νέα αρχή».* Ο Μενέλαος Γκίβαλος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου