Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Cornell
των ΗΠΑ και του Πανεπιστημίου του Tübingen στη Γερμανία έχουν αναπτύξει μια
μέθοδο μετατροπής του υγρού που μένει μετά την παραγωγή γιαουρτιού, σε
βιολογικό έλαιο, το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως βιοκαύσιμο για
οχήματα, συμπεριλαμβανομένων και των αεροπλάνων.
Ο Lars Angenent, ο μικροβιολόγος και
περιβαλλοντικός μηχανικός, επικεφαλής της έρευνας, αναφέρει πως οι ΗΠΑ παράγουν
πάνω από 770.000 τόνους ελληνικού γιαουρτιού ετησίως και για κάθε κιλό
γιαουρτιού μένουν πίσω 2 με 3 κιλά αυτού του γαλακτικού “απόβλητου”. Το
εργαστήριο είχε προηγουμένως ανακαλύψει πώς να μετατρέπει το γαλακτικό οξύ σε
βιοκαύσιμο, και ο Angenent ήξερε ότι το υγρό που μένει από την παραγωγή του
γιαουρτιού, ο “ορός γάλακτος” όπως τον αποκαλούν, θα αποτελούσε καλή πηγή
γαλακτικού οξέος. Δοκίμασαν τη διαδικασία και διαπίστωσαν ότι πράγματι δούλευε με
τον τρόπο που ήλπιζαν.
Όπως επισήμαναν οι ερευνητές κατά την
παραγωγή γιουρτιού, παράγεται και μια μεγάλη ποσότητα τυρογάλατος που πρέπει να
απομακρυνθεί. Τα κατάλοιπα αυτά περιέχουν κυρίως λακτόζη, φρουκτόζη και
γαλακτικό οξύ. Οι ερευνητές βρήκαν τρόπο να μετατρέψουν αυτό το μίγμα σε πρώτη
φάση σε ένα εκχύλισμα που περιέχει δύο πιο χρήσιμες ουσίες: καπροϊκό ή εξανικό
οξύ και καπρυλικό ή οκτανικό οξύ. Και οι δύο αυτές ουσίες θεωρούνται
"πράσινα αντιμικροβιακά", τα οποία μπορούν να προστεθούν στις
ζωοτροφές στη θέση των κανονικών αντιβιοτικών. Σε δεύτερο στάδιο, με περαιτέρω
επεξεργασία, είναι δυνατό να παραχθούν βιοκαύσιμα για χρήση σε αεροσκάφη.
Το βιο-έλαιο που παράγεται από τον ορό
γάλακτος θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθεί και ως ζωοτροφή. Οι φυσικές του
αντιμικροβιακές δυνατότητες θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην αντικατάσταση των
αντιβιοτικών, τα οποία χρησιμοποιούνται στα ζώα που προορίζονται για
κατανάλωση, και συχνά παρουσιάζουν αντίσταση σε αυτά. Ο Angenent δημιούργησε
μια εταιρεία για να διερευνήσει τις εμπορικές δυνατότητες αυτής της τεχνολογίας
και ελπίζει να δει το βιοκαύσιμό του να χρησιμοποιείται από το 2020. Αυτός και
η ομάδα του διερευνούν επίσης τις δυνατότητες βιοκαυσίμων άλλων υγρών
αποβλήτων.
Η Joanne Ivancic, διευθύντρια της
Advanced Biofuels USA, μιας μη κερδοσκοπικής εταιρείας που ασχολείται με την
προώθηση των βιοκαυσίμων, αναφέρει ότι η έρευνα του Angenent είναι πολλά
υποσχόμενη, αλλά ότι το μέλλον των βιοκαυσίμων αυτού του είδους εξαρτάται από
πολλούς πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες. "Η εμπορική δυναμική για
ό,τι πρόκειται να υποκαταστήσει τα καύσιμα πετρελαίου ή φυσικού αερίου
εξαρτάται από την τιμή του πετρελαίου και την τιμή του φυσικού αερίου",
αναφέρει η Ivancic.
Στις αρχές του 2000, πολλοί εξέφραζαν
ελπίδες ότι τα βιοκαύσιμα θα μπορέσουν να συμβάλουν στην αντιμετώπιση τόσο της
κλιματικής αλλαγής όσο και των ζητημάτων ασφάλειας των καυσίμων. Ωστόσο, η
παραγωγή τους προκάλεσε σημαντικά προβλήματα, καθώς οι καλλιέργειες όπως το
καλαμπόκι και η σόγια για την παραγωγή αιθανόλης, το πιο κοινό βιοκαύσιμο,
επέφεραν σημαντικά περιβαλλοντικά και κοινωνικά μειονεκτήματα. Αυτές οι
καλλιέργειες απαιτούν τεράστιες ποσότητες γόνιμης γης, εκτοπίζοντας
καλλιέργειες που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για φαγητό ή καταστρέφοντας
δασικές εκτάσεις με πλούσια βιοποικιλότητα. Έτσι, οι ερευνητές στρέφονται προς
άλλες πιθανές πηγές βιοκαυσίμων. Μερικοί εξετάζουν τα φυτά όπως η κάνναβη. Τα
ζαχαρότευτλα, που ονομάζονται "ενεργειακά τεύτλα", από τους
υποστηρικτές τους, είναι μια άλλη καλλιέργεια με δυναμική καυσίμου και έχει το
πρόσθετο πλεονέκτημα της αποκατάστασης του φωσφόρου στο έδαφος.
tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου