Τετάρτη, 2 Μαρτίου 2011
Όταν ξεκινούσα το πρωϊ, με συννεφιά και τον καιρό βαρύ, έτοιμο για βροχή, δεν περίμενα η μέρα μου να εξελιχτεί με τον τρόπο που έγινε. Όσο περίμενα τον Βαγγέλη, στον προαύλιο χώρο του εντυπωσιακού Δημαρχείου στα Καλύβια Θορικού, είχε ήδη αρχίσει να βρέχει οπότε και οι λίγες ελπίδες να δω πραγματικά κάτι, έμοιαζαν να έχουν χαθεί.
Ο Βαγγέλης ήρθε με ένα Hyundai i10 και αυτό έμοιασε με το τελειωτικό χτύπημα «που θα πάμε» σκέφτηκα «με το κουρδιστό». Με την οικειότητα που δίνει η διαδικτυακή γνωριμία, αν και βρισκόμασταν για πρώτη φορά, ξεκινήσαμε την βόλτα μετά μια στάση για ένα καφε στο χέρι. Δεν ρώτησα που πάμε, άφησα τον Βαγγέλη να οδηγεί. Ο μικρός (ας με συγχωρέσει, αλλά είναι μόλις ένα χρόνο μεγαλύτερος από την κόρη μου) αποδείχτηκε ανεξάντλητη πηγή πληροφόρησης και γνώσεων που δεν είχα.
Πρώτ’ απ΄ όλα μου έδειξε μια Αττική που πραγματικά μου ήταν άγνωστη. Το μικρό της Hyundai αποδείχτηκε «σκυλί» αν και κινήθηκε ως επι το πλείστον σε χωματόδρομους με πλήθος νεροκοπές σαν χαράδρες! Όταν αφού αφήσαμε πίσω μας τον Κουβαρά και στ’ αριστερά μας το μεγάλο μοναστήρι της Μεταμόρφωσης, νόμισα προς στιγμή ότι εκεί θα τελειώσει το ταξίδι μας, αλλά το χιλιαράκι, με την Τρίτη προσπάθεια, πέρασε τον σκόπελο μιας νεροφαγωμένης ανηφόρας και από εκεί ξεκίνησε το πραγματικό ταξίδι.
Άκουσα, και είδα, τρεχούμενα νερά και μικρούς καταράκτες χαμένους μέσα στο ελάχιστο αδόμητο τοπίο της νοτιοανατολικής Αττικής. Μπήκα σε πευκιώνες πανέμορφους, καμάρωσα την φύση που αγνοεί το κρύο και στόλισε τα ξέφωτα με δεκάδες αγριολούλουδα κι ανάμεσά τους κατακόκκινες πανέμορφες ανεμώνες! Είδα τα χώματα, τις πέτρες τους βράχους με άλλο μάτι, γνωρίζοντας ότι κάτω απ’ τα πόδια μου ξετυλίγεται ένας ατέλειωτος λαβύρινθος από μεταλλευτικές στοές το μήκος των οποίων ξεπερνά τα 3.500 χιλιόμετρα!! Είδα το αρχαίο θέατρο του Θορικού, χωρίς καμιά περίφραξη, καμιά φύλλαξη ανοιχτό σε όλους και σε όλα.
Είδα δεκάδες εισόδους από στοές σκόρπιες σε όλη την περιοχή, όλες (;) κλειστές. Έμαθα για μετανάστες που είχαν φτάσει να δουλέψουν στα μεταλλεία στα τέλη του 19ου αιώνα από Ιταλία, Ισπανία και Γαλλία κι έχτισαν το δικό τους μικρό οικισμό, την Πλάκα Θορικού!!! Απομεινάρι αυτού του πρόσφατου συγχροτισμού η παρουσία μικρής κοινότητας καθολικών στην περιοχή και η καθολική εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας στο Λαύριο.
Είδα ερειπιώνες εγκαταστάσεων, ράγες και βαγονέτα να σκουριάζουν, βουνά σκουριάς δίπλα στη θάλασσα και στα σπίτια ανθρώπων. Οσμίστηκα το πλούσιο σε ζωή παρελθόν αλλά και τον ίδρω, την αγωνία, τον κόπο των μεταλλωρύχων. Είδα την εγκατάλειψη να συνοδεύεται από χιλιάδες αυθαίρετα και να στολίζεται με την χαρακτηριστικά άσχημη αναρχία στη δόμηση και την χαραξη των δρόμων. Στάθηκα θυμωμένος να παρατηρώ αυτή την απίστευτη έλλειψη σεβασμού που επιδεικνύει ο έλληνας απέναντι στον δημόσιο χώρο. Είδα αμπέλια, λιόδεντρα, περβόλια, μπαξέδες, πρόβατα, ζωή.
Είδα μεσήλικες με σκαμένο πρόσωπο να «φυλάνε» τα μπλόκα από τη μεριά της Κερατέας κι από τη μεριά του Λαυρίου. Είδα 3 παιδαρέλια, αστυνομικούς να τρώνε όρθια τη βροχή με θλίψη κι απόγνωση ζωγραφισμένη στα μάτια τους.
Έμαθα για τα πεντακόσια τόσα διαφορετικά μεταλλεύματα που κρύβει στα σπλάχνα της η Λαυρεωτική, για τους πολλούς και μεγάλης σημασίας αρχαιολογικούς χώρους. Άκουσα το παράπονο ότι κανείς δεν νοιάστηκε να αναδείξει πραγματικά αυτά που αποτελούν την ιστορία του τόπου. Η έλλειψη σεβασμού πάλι μπροστά μου. Οι στοές αντιμετωπίστηκαν σαν σκουπιδότοποι, σαν βόθροι, σαν χαβούζες. Οι αυθαίρετοι νεοέλληνες θέλησαν να κρύψουν από τα βλέμματα του κόσμου το παρελθόν τους, το παρελθόν του τόπου τους σαν να ντρέπονται γι’ αυτό. Έτσι, βιομηχανικά κτίρια, μικρές εγκαταστάσεις, παλιά οικήματα εγκαταλείφθηκαν, λεηλατήθηκαν, αφέθηκαν να γκρεμιστούν και στη θέση τους επιδείχνονται τα οικτρά νεόσπιτα με το φοσυκωτό στην αυλή και την «κούρσα» ή το 4Χ4 στο υπαίθριο – πάντα – γκαράζ. Διότι τι να το κάνεις το Τσερόκι αμά δεν το βλέπει ο γείτονας;
Πήγα παντού. Εκτός από το Οβριόκαστρο. Την ντροπή της πατρίδας μου. Της πατρίδας μου που δεν σέβεται τον εαυτό της και τους νόμους της. Στο Οβριόκαστρο δεν πήγα, αν και ο Βαγγέλης ήθελε να μου το δείξει... όταν φτάσαμε στο ύψος της πινακίδας που έδειχνε αριστερά κι έλεγε «Προς αρχαιολογικό χώρο Οβριόκαστρου Κερατέας» οι αστυνομικοί μας σταμάτησαν λέγοντας μας ότι «απαγορεύεται η μετάβαση». Γιατί; «Διαταγές» απάντησαν ανασηκώνοντας τους ώμους. Γι’ αυτά όμως θα μιλήσουμε μιαν άλλη μέρα...
Πηγή 1
Πηγή 2
Όταν ξεκινούσα το πρωϊ, με συννεφιά και τον καιρό βαρύ, έτοιμο για βροχή, δεν περίμενα η μέρα μου να εξελιχτεί με τον τρόπο που έγινε. Όσο περίμενα τον Βαγγέλη, στον προαύλιο χώρο του εντυπωσιακού Δημαρχείου στα Καλύβια Θορικού, είχε ήδη αρχίσει να βρέχει οπότε και οι λίγες ελπίδες να δω πραγματικά κάτι, έμοιαζαν να έχουν χαθεί.
Ο Βαγγέλης ήρθε με ένα Hyundai i10 και αυτό έμοιασε με το τελειωτικό χτύπημα «που θα πάμε» σκέφτηκα «με το κουρδιστό». Με την οικειότητα που δίνει η διαδικτυακή γνωριμία, αν και βρισκόμασταν για πρώτη φορά, ξεκινήσαμε την βόλτα μετά μια στάση για ένα καφε στο χέρι. Δεν ρώτησα που πάμε, άφησα τον Βαγγέλη να οδηγεί. Ο μικρός (ας με συγχωρέσει, αλλά είναι μόλις ένα χρόνο μεγαλύτερος από την κόρη μου) αποδείχτηκε ανεξάντλητη πηγή πληροφόρησης και γνώσεων που δεν είχα.
Πρώτ’ απ΄ όλα μου έδειξε μια Αττική που πραγματικά μου ήταν άγνωστη. Το μικρό της Hyundai αποδείχτηκε «σκυλί» αν και κινήθηκε ως επι το πλείστον σε χωματόδρομους με πλήθος νεροκοπές σαν χαράδρες! Όταν αφού αφήσαμε πίσω μας τον Κουβαρά και στ’ αριστερά μας το μεγάλο μοναστήρι της Μεταμόρφωσης, νόμισα προς στιγμή ότι εκεί θα τελειώσει το ταξίδι μας, αλλά το χιλιαράκι, με την Τρίτη προσπάθεια, πέρασε τον σκόπελο μιας νεροφαγωμένης ανηφόρας και από εκεί ξεκίνησε το πραγματικό ταξίδι.
Άκουσα, και είδα, τρεχούμενα νερά και μικρούς καταράκτες χαμένους μέσα στο ελάχιστο αδόμητο τοπίο της νοτιοανατολικής Αττικής. Μπήκα σε πευκιώνες πανέμορφους, καμάρωσα την φύση που αγνοεί το κρύο και στόλισε τα ξέφωτα με δεκάδες αγριολούλουδα κι ανάμεσά τους κατακόκκινες πανέμορφες ανεμώνες! Είδα τα χώματα, τις πέτρες τους βράχους με άλλο μάτι, γνωρίζοντας ότι κάτω απ’ τα πόδια μου ξετυλίγεται ένας ατέλειωτος λαβύρινθος από μεταλλευτικές στοές το μήκος των οποίων ξεπερνά τα 3.500 χιλιόμετρα!! Είδα το αρχαίο θέατρο του Θορικού, χωρίς καμιά περίφραξη, καμιά φύλλαξη ανοιχτό σε όλους και σε όλα.
Είδα δεκάδες εισόδους από στοές σκόρπιες σε όλη την περιοχή, όλες (;) κλειστές. Έμαθα για μετανάστες που είχαν φτάσει να δουλέψουν στα μεταλλεία στα τέλη του 19ου αιώνα από Ιταλία, Ισπανία και Γαλλία κι έχτισαν το δικό τους μικρό οικισμό, την Πλάκα Θορικού!!! Απομεινάρι αυτού του πρόσφατου συγχροτισμού η παρουσία μικρής κοινότητας καθολικών στην περιοχή και η καθολική εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας στο Λαύριο.
Είδα ερειπιώνες εγκαταστάσεων, ράγες και βαγονέτα να σκουριάζουν, βουνά σκουριάς δίπλα στη θάλασσα και στα σπίτια ανθρώπων. Οσμίστηκα το πλούσιο σε ζωή παρελθόν αλλά και τον ίδρω, την αγωνία, τον κόπο των μεταλλωρύχων. Είδα την εγκατάλειψη να συνοδεύεται από χιλιάδες αυθαίρετα και να στολίζεται με την χαρακτηριστικά άσχημη αναρχία στη δόμηση και την χαραξη των δρόμων. Στάθηκα θυμωμένος να παρατηρώ αυτή την απίστευτη έλλειψη σεβασμού που επιδεικνύει ο έλληνας απέναντι στον δημόσιο χώρο. Είδα αμπέλια, λιόδεντρα, περβόλια, μπαξέδες, πρόβατα, ζωή.
Είδα μεσήλικες με σκαμένο πρόσωπο να «φυλάνε» τα μπλόκα από τη μεριά της Κερατέας κι από τη μεριά του Λαυρίου. Είδα 3 παιδαρέλια, αστυνομικούς να τρώνε όρθια τη βροχή με θλίψη κι απόγνωση ζωγραφισμένη στα μάτια τους.
Έμαθα για τα πεντακόσια τόσα διαφορετικά μεταλλεύματα που κρύβει στα σπλάχνα της η Λαυρεωτική, για τους πολλούς και μεγάλης σημασίας αρχαιολογικούς χώρους. Άκουσα το παράπονο ότι κανείς δεν νοιάστηκε να αναδείξει πραγματικά αυτά που αποτελούν την ιστορία του τόπου. Η έλλειψη σεβασμού πάλι μπροστά μου. Οι στοές αντιμετωπίστηκαν σαν σκουπιδότοποι, σαν βόθροι, σαν χαβούζες. Οι αυθαίρετοι νεοέλληνες θέλησαν να κρύψουν από τα βλέμματα του κόσμου το παρελθόν τους, το παρελθόν του τόπου τους σαν να ντρέπονται γι’ αυτό. Έτσι, βιομηχανικά κτίρια, μικρές εγκαταστάσεις, παλιά οικήματα εγκαταλείφθηκαν, λεηλατήθηκαν, αφέθηκαν να γκρεμιστούν και στη θέση τους επιδείχνονται τα οικτρά νεόσπιτα με το φοσυκωτό στην αυλή και την «κούρσα» ή το 4Χ4 στο υπαίθριο – πάντα – γκαράζ. Διότι τι να το κάνεις το Τσερόκι αμά δεν το βλέπει ο γείτονας;
Πήγα παντού. Εκτός από το Οβριόκαστρο. Την ντροπή της πατρίδας μου. Της πατρίδας μου που δεν σέβεται τον εαυτό της και τους νόμους της. Στο Οβριόκαστρο δεν πήγα, αν και ο Βαγγέλης ήθελε να μου το δείξει... όταν φτάσαμε στο ύψος της πινακίδας που έδειχνε αριστερά κι έλεγε «Προς αρχαιολογικό χώρο Οβριόκαστρου Κερατέας» οι αστυνομικοί μας σταμάτησαν λέγοντας μας ότι «απαγορεύεται η μετάβαση». Γιατί; «Διαταγές» απάντησαν ανασηκώνοντας τους ώμους. Γι’ αυτά όμως θα μιλήσουμε μιαν άλλη μέρα...
Πηγή 1
Πηγή 2
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου