του Τζέρομ Ρους
μετάφραση: Στρ. Μπουλαλάκης
Η εγκάρδια σχέση του LSE με το καθεστώς Καντάφι αποτελεί ένα μόνο παράδειγμα ενός πολύ μεγαλύτερου προβλήματος: της μόνιμης αποτυχίας των φιλελεύθερων δυτικών υπερασπιστών της ελευθερίας και της δημοκρατίας να εφαρμόσουν στην πράξη αυτά που διακηρύσσουν. […]
Οι φιλελεύθεροι της Δύσης μπορεί να πιστεύουν βαθιά ότι η ελευθερία και η δημοκρατία είναι αναπαλλοτρίωτες, όπως και τα οικουμενικά ανθρώπινα δικαιώματα, η καταπάτηση των οποίων είναι απαράδεκτη, αλλά αυτή η γνήσια ηθική αίσθηση παραβιάζεται συστηματικά όταν συντρέχουν δύο προϋποθέσεις όσον αφορά τους συνομιλητές τους: α) είναι πλούσιοι, β) προσεγγίζουν οι ίδιοι την εξιδανικευμένη δυτική εικόνα του Άλλου ως αντανάκλαση του Εαυτού.
Πράγματι, σε αυτό το σημείο η ψυχολογία, η ανθρωπολογία, τα οικονομικά και η πολιτική συγκλίνουν. Όπως παρατήρησε εύστοχα ο Guardian, ο Σαΐφ αλ Καντάφι ήταν ένας άνθρωπος με τον οποίο οι Δυτικοί θα μπορούσαν να κάνουν μπίζνες. Εκτός του ότι ήταν πάμπλουτος, δεν είχε γένια, φορούσε κοστούμι και μιλούσε άπταιστα αγγλικά, ο Σαΐφ πήρε το διδακτορικό του δίπλωμα από το LSE με θέμα «Ο ρόλος της κοινωνίας των πολιτών στον εκδημοκρατισμό της παγκόσμιας διακυβέρνησης», ενώ διακήρυσσε την ειλικρινή θέλησή του να μεταρρυθμίσει τη χώρα του σε μια φιλελεύθερη δημοκρατική κατεύθυνση. Με άλλα λόγια, ήταν ένας πραγματικός τζέντλεμαν, κι έτσι ο Λόρδος Μάντελσον, o Ναθάνιελ Ρότσιλντ, ο Δούκας του Γυορκ και ο Ντέιβιντ Χελντ μπορούσαν όλοι τους να συμφάγουν άνετα μαζί του, χωρίς να αισθάνονται άβολα με τη διαφορετικότητα του ομοτραπέζου τους. […]
Στην πραγματικότητα, όπως παρατήρησε πρόσφατα ο Ταρίκ Ραμαντάν σε μια διάλεξή του στο Άμστερνταμ η «Μεγάλη Φιλελεύθερη Προδοσία» βρίσκεται στο απώτατο σημείο της, κινούμενη από τον συνδυασμό της ξέφρενης επιδίωξης του κέρδους που έχει η Δύση, της επιθυμίας της να αναδημιουργήσει τον κόσμο κατ’ εικόνα της και του βαθιού τραύματος (και του βαθιά ριζωμένου φόβου) για τον μουσουλμάνο Άλλο. […]
Όπως ακριβώς ο Μουμπάρακ, ο Μουαμάρ Καντάφι ήταν αρκούντως ευφυής για να χρησιμοποιήσει καινοτόμες επενδυτικές στρατηγικές, ανοίγοντας τον δρόμο του στην Ευρώπη. Προκειμένου να ενισχύει αυτή την πολιτικοοικονομική βάση με ένα ιδεολογικό εποικοδόμημα, ο Καντάφι (όπως ακριβώς και ο Μουμπάρακ) έστειλε στη συνέχεια τον γιο του στο Λονδίνο, με σκοπό η επιβίωση του καθεστώτος να εξασφαλίσει τη συγκατάθεση των φιλελεύθερων ελίτ της Βρετανίας. Ακόμα και ο τρανός χρυσελεφάντινος πύργος του ακαδημαϊκού χώρου απεδείχθη ανίκανος να αντισταθεί στα σαγηνευτικά τραγούδια των Σειρήνων του Σαΐφ. […]
Τυφλωμένοι από τους φόβους και τις επιθυμίες τους, οι δυτικοί φιλελεύθεροι αγκάλιασαν τους κοσμικούς δικτάτορες του αραβικού κόσμου σαν να ήταν δικοί τους και άρχισαν ξεδιάντροπα να έχουν συναλλαγές μ’ αυτούς και τα παράνομα πλούτη τους. Κατά τη διαδικασία αυτή, ανακάλυψαν, άθελά τους, έναν άλλο βαθιά ριζωμένο φόβο των φιλελεύθερων ελίτ της εποχής μας: τον φόβο του χάους και του απρόβλεπτου Συμβάντος — με άλλα λόγια, τον φόβο της επανάστασης.
Όποιες και αν είναι οι πηγές αυτού του τραύματος –το φάντασμα του κομμουνισμού; Η Ιρανική Επανάσταση του 1979– οι σημερινοί φιλελεύθεροι τρομοκρατούνται από τις λαϊκές εξεγέρσεις. Η υποστήριξη στον υποτιθέμενο μεταρρυθμισμό του Σαΐφ αλ Καντάφι ήταν ένας τρόπος να εξασφαλιστεί ότι ο δρόμος προς τη δημοκρατία θα ήταν μακρός και, στην πραγματικότητα, αντιδημοκρατικός –και ότι η επανάσταση δεν θα βρισκόταν ποτέ στην ημερήσια διάταξη.
Προσπερνώντας με ευκολία το ότι η δυτική δημοκρατία γεννήθηκε από τη Γαλλική και την Αμερικανική Επανάσταση, οι κοσμοπολίτες φιλελεύθεροι κατέληξαν να στερούνται τα διανοητικά εργαλεία για να αντιμετωπίσουν τις επαναστάσεις του 2011. Έτσι, όταν άνοιξαν οι ασκοί του Αιόλου, κανένας στη Δύση δεν ήξερε πραγματικά τι να κάνει. Οι φιλελεύθεροι υπερασπιστές της δημοκρατίας ξαφνικά βρέθηκαν οι ίδιοι σε αμυντική θέση, απολογούμενοι και αποδιώχνοντας κατηγορίες, αντί να δείξουν την αλληλεγγύη τους στους καινούργιους σημαιοφόρους της δημοκρατίας σε όλο τον κόσμο.
Με τα καταπιεστικά καθεστώτα της περιοχής να κατακρημνίζονται επιτέλους από τα πολιτικά τους βάθρα, με την εκδίκηση του φονταμενταλισμού να έχει εξοριστεί στη σφαίρα της φαντασίας, με τους κοσμοπολίτες φιλελεύθερους της Δύσης να τοποθετούνται για άλλη μια φορά στη λάθος πλευρά της Ιστορίας, έχει έρθει η ώρα και ένα αναζωογονητικό νέο αφήγημα που θα μας ενώνει όλους μαζί στον παγκόσμιο αγώνα για ελευθερία, δικαιοσύνη και ισότητα.
Εναπόκειται σε όλους εμάς που αποτελούμε το «νέο εμείς» να σηκώσουμε ψηλά το λάβαρο της δημοκρατίας, ενσωματώνοντάς τη σε μια ριζικά πλουραλιστική παγκόσμια κοινωνία. Δεν μπορούμε πια να επαφιέμεθα στην παλιά φρουρά των φιλελεύθερων υποκριτών και να περιμένουμε να το κάνουν για λογαριασμό μας.
Ο Jérôme E. Roos είναι οικονομολόγος, ερευνητής στο Breakthrough Institute και εκδότης του Breakthrough Europe. Το πλήρες κείμενο δημοσιεύθηκε στο roarmagazine.wordpress.com/2011/02/21/gaddafi-lse-held-libya-revolutio/
Πηγή
μετάφραση: Στρ. Μπουλαλάκης
Η εγκάρδια σχέση του LSE με το καθεστώς Καντάφι αποτελεί ένα μόνο παράδειγμα ενός πολύ μεγαλύτερου προβλήματος: της μόνιμης αποτυχίας των φιλελεύθερων δυτικών υπερασπιστών της ελευθερίας και της δημοκρατίας να εφαρμόσουν στην πράξη αυτά που διακηρύσσουν. […]
Οι φιλελεύθεροι της Δύσης μπορεί να πιστεύουν βαθιά ότι η ελευθερία και η δημοκρατία είναι αναπαλλοτρίωτες, όπως και τα οικουμενικά ανθρώπινα δικαιώματα, η καταπάτηση των οποίων είναι απαράδεκτη, αλλά αυτή η γνήσια ηθική αίσθηση παραβιάζεται συστηματικά όταν συντρέχουν δύο προϋποθέσεις όσον αφορά τους συνομιλητές τους: α) είναι πλούσιοι, β) προσεγγίζουν οι ίδιοι την εξιδανικευμένη δυτική εικόνα του Άλλου ως αντανάκλαση του Εαυτού.
Πράγματι, σε αυτό το σημείο η ψυχολογία, η ανθρωπολογία, τα οικονομικά και η πολιτική συγκλίνουν. Όπως παρατήρησε εύστοχα ο Guardian, ο Σαΐφ αλ Καντάφι ήταν ένας άνθρωπος με τον οποίο οι Δυτικοί θα μπορούσαν να κάνουν μπίζνες. Εκτός του ότι ήταν πάμπλουτος, δεν είχε γένια, φορούσε κοστούμι και μιλούσε άπταιστα αγγλικά, ο Σαΐφ πήρε το διδακτορικό του δίπλωμα από το LSE με θέμα «Ο ρόλος της κοινωνίας των πολιτών στον εκδημοκρατισμό της παγκόσμιας διακυβέρνησης», ενώ διακήρυσσε την ειλικρινή θέλησή του να μεταρρυθμίσει τη χώρα του σε μια φιλελεύθερη δημοκρατική κατεύθυνση. Με άλλα λόγια, ήταν ένας πραγματικός τζέντλεμαν, κι έτσι ο Λόρδος Μάντελσον, o Ναθάνιελ Ρότσιλντ, ο Δούκας του Γυορκ και ο Ντέιβιντ Χελντ μπορούσαν όλοι τους να συμφάγουν άνετα μαζί του, χωρίς να αισθάνονται άβολα με τη διαφορετικότητα του ομοτραπέζου τους. […]
Στην πραγματικότητα, όπως παρατήρησε πρόσφατα ο Ταρίκ Ραμαντάν σε μια διάλεξή του στο Άμστερνταμ η «Μεγάλη Φιλελεύθερη Προδοσία» βρίσκεται στο απώτατο σημείο της, κινούμενη από τον συνδυασμό της ξέφρενης επιδίωξης του κέρδους που έχει η Δύση, της επιθυμίας της να αναδημιουργήσει τον κόσμο κατ’ εικόνα της και του βαθιού τραύματος (και του βαθιά ριζωμένου φόβου) για τον μουσουλμάνο Άλλο. […]
Όπως ακριβώς ο Μουμπάρακ, ο Μουαμάρ Καντάφι ήταν αρκούντως ευφυής για να χρησιμοποιήσει καινοτόμες επενδυτικές στρατηγικές, ανοίγοντας τον δρόμο του στην Ευρώπη. Προκειμένου να ενισχύει αυτή την πολιτικοοικονομική βάση με ένα ιδεολογικό εποικοδόμημα, ο Καντάφι (όπως ακριβώς και ο Μουμπάρακ) έστειλε στη συνέχεια τον γιο του στο Λονδίνο, με σκοπό η επιβίωση του καθεστώτος να εξασφαλίσει τη συγκατάθεση των φιλελεύθερων ελίτ της Βρετανίας. Ακόμα και ο τρανός χρυσελεφάντινος πύργος του ακαδημαϊκού χώρου απεδείχθη ανίκανος να αντισταθεί στα σαγηνευτικά τραγούδια των Σειρήνων του Σαΐφ. […]
Τυφλωμένοι από τους φόβους και τις επιθυμίες τους, οι δυτικοί φιλελεύθεροι αγκάλιασαν τους κοσμικούς δικτάτορες του αραβικού κόσμου σαν να ήταν δικοί τους και άρχισαν ξεδιάντροπα να έχουν συναλλαγές μ’ αυτούς και τα παράνομα πλούτη τους. Κατά τη διαδικασία αυτή, ανακάλυψαν, άθελά τους, έναν άλλο βαθιά ριζωμένο φόβο των φιλελεύθερων ελίτ της εποχής μας: τον φόβο του χάους και του απρόβλεπτου Συμβάντος — με άλλα λόγια, τον φόβο της επανάστασης.
Όποιες και αν είναι οι πηγές αυτού του τραύματος –το φάντασμα του κομμουνισμού; Η Ιρανική Επανάσταση του 1979– οι σημερινοί φιλελεύθεροι τρομοκρατούνται από τις λαϊκές εξεγέρσεις. Η υποστήριξη στον υποτιθέμενο μεταρρυθμισμό του Σαΐφ αλ Καντάφι ήταν ένας τρόπος να εξασφαλιστεί ότι ο δρόμος προς τη δημοκρατία θα ήταν μακρός και, στην πραγματικότητα, αντιδημοκρατικός –και ότι η επανάσταση δεν θα βρισκόταν ποτέ στην ημερήσια διάταξη.
Προσπερνώντας με ευκολία το ότι η δυτική δημοκρατία γεννήθηκε από τη Γαλλική και την Αμερικανική Επανάσταση, οι κοσμοπολίτες φιλελεύθεροι κατέληξαν να στερούνται τα διανοητικά εργαλεία για να αντιμετωπίσουν τις επαναστάσεις του 2011. Έτσι, όταν άνοιξαν οι ασκοί του Αιόλου, κανένας στη Δύση δεν ήξερε πραγματικά τι να κάνει. Οι φιλελεύθεροι υπερασπιστές της δημοκρατίας ξαφνικά βρέθηκαν οι ίδιοι σε αμυντική θέση, απολογούμενοι και αποδιώχνοντας κατηγορίες, αντί να δείξουν την αλληλεγγύη τους στους καινούργιους σημαιοφόρους της δημοκρατίας σε όλο τον κόσμο.
Με τα καταπιεστικά καθεστώτα της περιοχής να κατακρημνίζονται επιτέλους από τα πολιτικά τους βάθρα, με την εκδίκηση του φονταμενταλισμού να έχει εξοριστεί στη σφαίρα της φαντασίας, με τους κοσμοπολίτες φιλελεύθερους της Δύσης να τοποθετούνται για άλλη μια φορά στη λάθος πλευρά της Ιστορίας, έχει έρθει η ώρα και ένα αναζωογονητικό νέο αφήγημα που θα μας ενώνει όλους μαζί στον παγκόσμιο αγώνα για ελευθερία, δικαιοσύνη και ισότητα.
Εναπόκειται σε όλους εμάς που αποτελούμε το «νέο εμείς» να σηκώσουμε ψηλά το λάβαρο της δημοκρατίας, ενσωματώνοντάς τη σε μια ριζικά πλουραλιστική παγκόσμια κοινωνία. Δεν μπορούμε πια να επαφιέμεθα στην παλιά φρουρά των φιλελεύθερων υποκριτών και να περιμένουμε να το κάνουν για λογαριασμό μας.
Ο Jérôme E. Roos είναι οικονομολόγος, ερευνητής στο Breakthrough Institute και εκδότης του Breakthrough Europe. Το πλήρες κείμενο δημοσιεύθηκε στο roarmagazine.wordpress.com/2011/02/21/gaddafi-lse-held-libya-revolutio/
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου