Δυο χρόνια μετά τη θεαματική εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ, στις 4 Οκτωβρίου 2009, τίποτα δε θυμίζει εκείνη τη νύχτα: τη θέση της ελπίδας για κοινωνική και οικονομική πρόοδο έχουν καταλάβει ανάμικτα συναισθήματα οργής και μελαγχολίας. Οργής για την πρωτοφανή εξαπάτηση του εκλογικού σώματος - η χονδροειδέστερη από αυτή των Μοναρχικών στις εκλογές του 1920 όταν είχαν υποσχεθεί την επιστροφή του Ελληνικού Στρατού από τη Μικρασία και συνέχισαν τον πόλεμο - και μελαγχολίας γιατί τίποτα δε φαίνεται ικανό να αποτρέψει μια ανεξέλεγκτη χρεοκοπία της χώρας. Στο μεταξύ ο συναυτουργός του Κορκονέα στη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου Σαραλιώτης αποφυλακίσθηκε και οι «πραίτωρες του Πολύδωρα» γιόρτασαν την επέτειο ξυλοφορτώνοντας δυο φωτορεπόρτερ. Καλώς ορίσατε στην Ελλάδα του 2011.
Ενενήντα χρόνια είχε να δει η Ελλάδα τέτοια εξαπάτηση του εκλογικού σώματος. Το προεκλογικό σύνθημα του ΠΑΣΟΚ (ΛΕΦΤΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ) κι η λογική επεξήγησή του (μόνο τις επιδόσεις των κυβερνήσεων Σημίτη στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής αν έχουμε, θα αυξήσουμε τα δημόσια έσοδα κατά 50%) είχαν δώσει την ελπίδα για μια διαχείριση του προβλήματος του δημοσίου χρέους με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης.
Αντ' αυτού, η κυβέρνηση Παπανδρέου, αφού επί τρεις σχεδόν μήνες καμώνονταν πως δεν υπάρχει πρόβλημα, αφού επί άλλους τρεις μήνες θρηνούσε για τη χαμένη τιμή της χώρας, δεσμεύτηκε σε ένα Μνημόνιο, που υλοποιούσε όλες ανεξαιρέτως τις επιθυμίες των δανειστών και μετέφερε το βάρος της κρίσης αποκλειστικά στους ώμους αυτών που δεν είχαν να πληρώσουν. Με αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος να φτάσει από 125% του ΑΕΠ στο 167%, η πραγματική ανεργία - αφαιρουμένων των εξ επαγγέλματος τεμπέληδων - να τριπλασιαστεί και να φτάσει σε επίπεδα άγνωστα στη χώρα από τις αρχές της δεκαετίας του '60, αντί για ανάκαμψη η χώρα να βυθίζεται σε ολοένα βαθύτερη ύφεση, η φοροδιαφυγή να αυξάνεται ακόμα περισσότερο και, πλέον, ολοένα αυξανόμενο μέρος του πληθυσμού να αντιμετωπίζει ακόμα και το φάσμα της πείνας.
Τα μέλη της κυβέρνησης, που ήταν καταδικασμένη να εμφυσήσει αισιοδοξία στον πληθυσμό και να του προσφέρει ένα νέο όραμα, να συμμαζέψει το όργιο της κατασπατάλησης του δημοσίου χρήματος προστατεύοντας ταυτόχρονα τα πιο ευάλωτα τμήματα της κοινωνίας, ολοφύρονται σε καθημερινή βάση μπροστά στις κάμερες, καθιστώντας έκδηλο ότι είναι ανίκανοι να διαχειριστούν στοιχειωδώς την κατάσταση. Ανίκανοι να αναλάβουν την παραμικρή πρωτοβουλία, έχουν περιοριστεί στο ρόλο των μαριονετών των εκπροσώπων των δανειστών, οι οποίοι δε βρίσκουν καθόλου άκομψο να κοινοποιούν στα ΜΜΕ τη βούλησή τους, πριν ακόμα ενημερώσουν γι αυτήν την κυβέρνηση.
Απέναντι σε αυτή την εμφανώς άβουλη κι ανερμάτιστη κυβέρνηση ορθώνεται μια εξ ίσου άβουλη κι ανερμάτιστη αντιπολίτευση, που ελλείψει συνεκτικών πολιτικών προτάσεων, ονειρεύεται και πάλι ειδικά δικαστήρια ή καλύτερα - για λόγους αποφυγής ενός νέου ρεζιλέματος σαν αυτού του 1990 - εξωδικαστικές εκτελέσεις.
Η μεν ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, χαϊδεύει τ' αυτιά όσων είναι, δικαίως ή αδίκως, οργισμένοι με την κυβέρνηση, υποσχόμενη πράγματα τα οποία ξέρει ότι δεν μπορεί να ικανοποιήσει και κλείνοντας το μάτι στα λαμόγια που ετοιμάζονται ν' αγοράσουν «μπιρ παρά» τον πλούτο της χώρας την επαύριο της ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας της, που κάθε μέρα φαντάζει και πιο αναπόφευκτη. Το φλέρτ του Αντώνη Σαμαρά με αυτούς που ονειρεύονται «την επιστροφή στη δραχμούλα» δεν είναι μόνο αποτέλεσμα των αναμφίβολα σχεδόν μηδενικών πολιτικών του ικανοτήτων. Είναι συνειδητή επιλογή μιας ομάδας ανθρώπων που έχουν επενδύσει στη μετατροπή της χώρας σε παράδεισο του οργανωμένου εγκλήματος, και δη της ρωσικής Μαφίας (ας θυμηθούμε την υπόθεση Βατοπεδίου και κάποιες λεπτομέρειές της).
Ανάλογες με της ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ είναι οι στρατηγικές επιλογές του ΚΚΕ, ενώ το ΛΑΟΣ ονειρεύεται μέσα από αυτό τον ορυμαγδό, την επιστροφή στην Ελλάδα Ελλήνων Χριστιανών (όπως κι ο Αντώνης Σαμαράς άλλωστε).
Ο δε ΣΥΡΙΖΑ, ανίκανος να εκπονήσει μια στοιχειώδη αριστερή στρατηγική προστασίας των αδυνάτων σε περίοδο κρίσης κι έχοντας απωλέσει κάθε ικανότητα διαλόγου με την κοινωνία, επιδίδεται αφ' ενός σε διαγωνισμό επικλήσεων του γνωστού τόπου εκτελέσεων στου Γουδή με το ΛΑΟΣ, αφ' ετέρου στην άκριτη υιοθέτηση κάθε αντικοινωνικής συμπεριφοράς - από τους βανδαλισμούς των ταξιτζήδων, των φορτηγατζήδων και των οικοπεδοφάγων της Κερατέας, μέχρι τους εμπόρους που επιτίθενται στα συνεργεία του ΣΔΟΕ και τους ελεγκτές του ΙΚΑ.
Σε αυτό το αποκρουστικό πολιτικό πλαίσιο, με την προοπτική της μετατροπής της Ελλάδας σε Ρωσία του Γιέλτσιν, όπου άνθρωποι πέθαιναν στους δρόμους από την πείνα και το κρύο, κάθε μέρα πιο κοντά, η κοινωνία επιλέγει ανάμεσα στην οργή και στην κατάθλιψη.
Οι εκδηλώσεις οργής στις διαδηλώσεις είναι ευθέως ανάλογες της ταχύτητας με την οποία μειώνεται το βιωτικό επίπεδο. Κι όσο η πλειοψηφία του πληθυσμού θα μπουκώνεται με αντικαταθλιπτικά φάρμακα, τόσο πιο οργισμένες θα είναι οι αντιδράσεις της μειοψηφίας.
Και μιας και η κυβέρνηση έχει χάσει κάθε ηθική νομιμοποίηση λόγω των προεκλογικών υποσχέσεων που δεν προσπάθησε καν να υλοποιήσει, το μόνο μέσο που της απομένει είναι η προσφυγή στην κτηνώδη αστυνομική βία.
Η πρωτοφανής βιαιότητα - όμοιό της μεταπολιτευτικά υπάρχει μόνο στην επέτειο του Πολυτεχνείου το 1980 και στις ημέρες που προηγήθηκαν και ακολούθησαν τη δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα το Γενάρη του 1991 - με την οποία αντιμετωπίστηκαν οι δεκάδες χιλιάδες των διαδηλωτών που διαμαρτύρονταν για την ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος - φοβούμαι ότι επρόκειτο για την τελευταία ειρηνική διαδήλωση για πάρα πολύ καιρό - όπως και οι σημερινές επιθέσεις της Αστυνομίας στους φωτορεπόρτερ μόνο τυχαίες δεν είναι.
Ταυτόχρονα, η σαφής διαχωριστική γραμμή που υπήρχε για χρόνια μεταξύ του κύριου όγκου των διαδηλωτών και των μπαχαλάκηδων, γίνεται όλο και πιο δυσδιάκριτη. Κι είναι ορατός ο κίνδυνος να διολισθήσει η χώρα σε έναν άτυπο εμφύλιο, σαν αυτό που βίωσε η Ιταλία στη δεκαετία του '70. Με τη διαφορά ότι απέναντι στην κρατική εξουσία θα είναι βίαιοι διαδηλωτές και όχι στρατιωτικά οργανωμένες κομμουνιστικές οργανώσεις.
Σε αυτό το πλαίσιο αυξανόμενης αστυνομικής και πολιτικής βίας, απόπειρες μικρότερων πολιτικών δυνάμεων όπως οι ΟΙΚΟΛΟΓΟΙ ΠΡΑΣΙΝΟΙ και η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ να διατυπώσουν έναν ψύχραιμο συνεκτικό λόγο, όσο καλοδεχούμενες κι αν είναι, δεν έχουν σοβαρές ελπίδες να βρουν ευρεία ανταπόκριση. Η ανεπάρκεια κυβέρνησης και αντιπολίτευσης βυθίζουν τη χώρα σε ένα σκηνικό κλιμακούμενης βίας, με προδιαγραφές ζοφερής κατάληξης.
Γιάννης Χρυσοβέργης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου