Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2012

Αλήτες, ρουφιάνοι, (μέρος δεύτερο)

Του Κώστα Ρεσβάνη

Σ’ αυτούς τους παραλογισμένους καιρούς, η τύχη να κάνεις ψύχραιμο διάλογο με τον απέναντι ισοδυναμεί με το να κερδίσεις απανωτά τζόκερ. Παίρνω αφορμή από το χθεσινό άρθρο του Κώστα Γιαννακίδη, εδώ στο protagon, για τη μεταφορά του Ταμείου των δημοσιογράφων στον ΕΟΠΥΥ, που τελικά δεν έγινε. Δεν κάνω τον υπερασπιστή κανενός αλλά διαβάζοντας τα σχόλια που ακολούθησαν το άρθρο, δεν διέκρινα μόνο οργή αλλά-επιτρέψτε μου- ένα υπόγειο συσσωρευμένο μίσος που βρήκε την ευκαιρία να εκφραστεί κατά των δημοσιογράφων γενικώς και αδιακρίτως. Μια φασίζουσα αντίληψη που συμπυκνώνεται στη φράση «είσαι δημοσιογράφος, άρα τα παίρνεις, είσαι λαμόγιο, είσαι απατεώνας είσαι και αλήτης και ρουφιάνος». Αν δεν κάνω λάθος δεν υπήρξε ούτε ένα σχόλιο να διαχωρίσει τη δημοσιογραφική ήρα από το στάρι γεγονός που αναδεικνύει ως προσφιλέστερο σπορ των νεοελλήνων την ά κ ρ ι τ η γ ε ν ί κ ε υ σ η.

Προσωπικά πιστεύω ότι και το αγγελιόσημο πρέπει να κοπεί και στον ΕΟΠΥΥ να πάμε και ακόμα πιο κάτω αφού, εκτός των άλλων, έτσι θα χαρούν και χιλιάδες συνέλληνες που πιστεύουν ότι οι δημοσιογράφοι είναι οι εκλεκτοί επί της γης, αμείβονται σαν χρυσά αγόρια και κορίτσια, περνούν ανέμελα την ώρα τους και συγχρόνως είναι και «αλήτες» και «ρουφιάνοι». Ας γινόταν λοιπόν η ισοπέδωση προς τα κάτω στο ασφαλιστικό, μικρό το κακό εκεί που έχει φτάσει το Ταμείο. Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα. Το πρόβλημα για τους θυμωμένους κριτές είναι πως δεν ξέρουν σχεδόν τίποτα επί της ουσίας για το επάγγελμα.

Αγνοούν δηλαδή ότι σήμερα ο δημοσιογραφικός κλάδος έχει την μεγαλύτερη ανεργία της ιστορίας του, με εξαίρεση την περίοδο της χούντας όπου έντυπα έκλεισαν, πολλοί συνάδελφοι έκαναν διακοπές στα ξερονήσια και πολλοί άλλοι αυτοεξορίστηκαν σε ξένες χώρες. Αγνοούν ότι τα τελευταία χρόνια οι μισθοί των περισσοτέρων από τους περίπου 10.000 επαγγελματίες δημοσιογράφους συναγωνίζονται αυτούς του ιδιωτικού τομέα-προς τα κάτω- και μάλιστα σε μια δουλειά όπου ωράριο ουσιαστικά δεν υπάρχει, επειδή έχει σχέση με τα καθημερινά γεγονότα. Αγνοούν ότι από την αρχή της κρίσης οι μέσοι μισθοί, οι συντάξεις και οι δυνατότητες περίθαλψης μειώνονται συνεχώς με δραματικό τρόπο. Και αγνοούν πώς οι μισθοδοτούμενοι συνάδελφοι δεν κρύβουν ούτε ένα ευρώ από την εφορία επειδή φορολογούνται στη πηγή, ενώ και οι εισφορές τους στον ασφαλιστικό φορέα είναι μεγάλες.

Έγραψε ο Γιαννακίδης ότι με βάση έρευνες που έχουν γίνει οι δημοσιογράφοι εδώ και χρόνια έχουν το μικρότερο μέσο όρο ζωής από άλλους εργαζόμενους. Με βάση πάλι επιστημονικές έρευνες, οι συχνότερες ασθένειες που τους προσβάλλουν είναι οι καρδιοπάθειες και οι καρκίνοι. Αν μπορούσατε έστω για λίγους μήνες να παρακολουθήσετε το ρυθμό της δουλειάς των συναδέλφων που εργάζονται μέρα νύχτα, κυρίως σε καθημερινά μέσα, θα καταλαβαίνατε τι εννοεί. Δεν αγιοποιώ κανέναν και τίποτα. Άλλωστε κανένας δεν έγινε δημοσιογράφος με το ζόρι και ο καθένας ασκεί το επάγγελμά του παίρνοντας τα ρίσκα του. Απλώς αποτυπώνω μια άγνωστη σε πολλούς πραγματικότητα.

Στη σκοτεινή πλευρά τώρα. Γνωρίζουμε στο συνάφι πως και ευνοούμενοι υπάρχουν και λαμόγια και χρυσοπληρωμένοι δημοσιογράφοι γιαλαντζί. Υπάρχουν ακόμα και εκδότες που παριστάνουν, διαπλεκόμενοι, τους δημοσιογράφους –ας όψεται η ΕΣΗΕΑ που δεν ξεκαθαρίζει το μητρώο. Ποιοί είναι αυτοί; Είναι κυρίως αυτοί πού ξέρει η πλειοψηφία του ελληνικού λαού, συνήθως από την τηλεόραση και κάποιοι άλλοι λίγοι, αυτούς που οι Γάλλοι αποκαλούν eminences grises - σκοτεινές κορυφές θα λέγαμε. Δεν απαιτώ να γνωρίζει ο κάθε γενικολόγος πόσες χιλιάδες έντιμοι και επαρκείς δημοσιογράφοι υπάρχουν σε όλα τα Μέσα και στην πρωτεύουσα και στην περιφέρεια και για τους οποίους πραγματικά νοιώθω υπερήφανος καθώς τους βλέπω καθημερινά να αγωνίζονται και να αγωνιούν να πληροφορήσουν, φυσικά και αυτούς που τους βρίζουν! Πιστεύω όμως πώς είναι άδικο να κανιβαλίζουμε ολόκληρο κλάδο εργαζομένων-όπως και κανένα κλάδο συλλήβδην. Ας κρατάμε τις κατάρες γι’ αυτούς που τις αξίζουν, μπορούμε εύκολα να τους ξεχωρίσουμε.

Υ.Γ.
Για την ιστορία: Το σύνθημα «Αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι» ειπώθηκε και γράφτηκε πριν πολλά χρόνια στους τοίχους από τους πρώτους μπαχαλάκηδες που έκαιγαν και κατέστρεφαν, επειδή από το υλικό των φωτορεπόρτερ και των εικονοληπτών που δημοσιεύτηκε, αναγνώρισε κάποιους η αστυνομία.


Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια: