«Αλήθεια, Θόδωρε, θα κάμης κίνημα;», ρωτάει ο υπουργός Δημήτρης Γόντικας τον στρατηγό Πάγκαλο, για να πάρει την απάντηση: «Και βέβαια θα κάμω κίνημα. Θα σας φοβηθώ;» Κάπως έτσι ξεκινά το στρατιωτικό κίνημα που σαν χθες, στις 25 Ιουνίου 1925, ανέτρεψε την κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου και έφερε το Θεόδωρο Πάγκαλο στην εξουσία.
Το κίνημα ξεσπά στο στρατιωτικό νοσοκομείο, που λειτουργεί και ως φυλακή, και εξαπλώνεται γρήγορα στη Βόρεια Ελλάδα, όπου οι μυημένοι αξιωματικοί καταλαμβάνουν θέσεις-κλειδιά. Ο πρωθυπουργός Ανδρέας Μιχαλακόπουλος προσπαθεί αρχικά να πάρει με το μέρος του τους πολιτικούς αρχηγούς Καφαντάρη και Κονδύλη, αλλά η χλιαρή του στάση καθιστά πολύ πιο εύκολη την επικράτηση του στρατηγού.
Μετά από διαπραγματεύσεις με τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου, ο οποίος καλείται να σχηματίσει κυβέρνηση, ο Θεόδωρος Πάγκαλος αναλαμβάνει καθήκοντα πρωθυπουργού, καθώς και υπουργού στρατιωτικών, στις 26 Ιουνίου.
Ωστόσο, ο στρατηγός θα γυρίσει αμέσως την πλάτη του στον βενιζελικό κόσμο, δείχνοντας τις διαθέσεις του να υπερβεί το πολιτικό σύστημα και να εγκαθιδρύσει τη δικτατορία. «Είμεθα κατάστασις», λέει, «δι’ ημάς δεν υπάρχει βενιζελισμός και κωνσταντινισμός, διότι δεν υπάρχουν πλέον τα εκπροσωπούντα τα δύο τοιαύτα κόμματα πρόσωπα. Ο μεν Βενιζέλος απέθανε πολιτικώς, ο δε Κωνσταντίνος φυσιολογικώς».
Το καθεστώς Πάγκαλου λαμβάνει ψήφο εμπιστοσύνης από την πλειοψηφία του κοινοβουλίου, το οποίο όμως θα καταργήσει με διάταγμα στις 30 Σεπτεμβρίου, με την πρόφαση ότι «έχει χάσει την εμπιστοσύνη του Έθνους» και χωρίς ιδιαίτερη αντίσταση από τον πολιτικό κόσμο.
«Επειδή βλέπω ότι είναι αδύνατον πλέον να εμπιστευώμεθα εις τον κοινοβουλευτισμόν, διά τούτο απεφάσισα ν’ αλλάξω την μέχρι τούδε πορείαν μου. Εις το εξής στηρίζομαι εις την εμπιστοσύνην του στρατού, όστις αποτελεί την νησίδα των εθνικών ελπίδων», λέει στους άνδρες της Ταξιαρχίας Δημοκρατικής Φρουράς, την πραγματική πολιτική βάση του καθεστώτος του.
Η δικτατορία δεν αργεί να δείξει το απολυταρχικό της πρόσωπο, με τον στρατηγό να επιβάλλει πλήρη λογοκρισία στον Τύπο και απαγορεύει την κυκλοφορία της Καθημερινής και του Ριζοσπάστη.
Παράλληλα, διατάζει την άγρια δίωξη δημοσιογράφων και πολιτικών –κυρίως κομμουνιστών, αλλά και βενιζελικών- όπως οι Αλέξανδρος Παπαναστασίου, Νικόλαος Πλαστήρας, Γεώργιος Παπανδρέου, Ιωάννης Μεταξάς, Κύρος Κύρου, διευθυντής της εφημερίδας «Εστία», Γεώργιος Βεντήρης, δημοσιογράφος κ.ά.
Ο Πάγκαλος έχει υποσχεθεί την –άνευ όρων- επιστροφή των ηθικών κανόνων στην κοινωνική και πολιτική ζωή της χώρας, σε αντίθεση με το «αμαρτωλό», όπως το χαρακτηρίζει, καθεστώς Μιχαλακόπουλου.
Η φράση «στην εποχή του Πάγκαλου ήταν μακριές οι φούστες» θα μείνει στην ιστορία, καθώς ο δικτάτορας έδωσε διαταγή με την οποία ανάγκαζε τις γυναίκες να φορούν φούστα που θα έπρεπε να απέχει το πολύ 30 εκατοστά από το έδαφος, έτσι ώστε να έχουν σεμνή εμφάνιση!
Ο λόγος του στρατηγού είναι ξεκάθαρα εθνικιστικός, και σε συνδυασμό με την εμμονή του περί εκδίκησης των Τούρκων για την Μικρασιατική καταστροφή, δημιουργούν έντονη ανασφάλεια στις γειτονικές χώρες και τον οδηγούν σε ολέθρια διπλωματικά λάθη.
Με αφορμή μια μικροσυμπλοκή στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, ο Πάγκαλος διατάζει την εισβολή του ελληνικού στρατού στη Βουλγαρία, που θα μείνει γνωστή ως το «επεισόδιο του Πετριτσίου». Το επεισόδιο λήγει γρήγορα με την επέμβαση της Κοινωνίας των Εθνών, η οποία επιβάλλει στην Ελλάδα ένα εξαιρετικά βαρύ χρηματικό πρόστιμο.
Επιπλέον, προκειμένου να δημιουργήσει ένα ισχυρό μέτωπο εναντίον της Τουρκίας, ο στρατηγός συμμαχεί με τη Γιουγκοσλαβία, στην οποία όμως παραχωρεί σημαντικά κυριαρχικά δικαιώματα πάνω στο ελληνικό έδαφος, όπως η συγκυριαρχία στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης.
Η συνθήκη αυτή προκαλεί μεγάλη αναταραχή στους πολιτικούς, επιχειρηματικούς αλλά και στρατιωτικούς κύκλου, και ουσιαστικά θα σημάνει την αρχή του τέλους για τη δικτατορία Πάγκαλου.
Ενώ απολαμβάνει τις διακοπές του στις Σπέτσες, ο Θεόδωρος Πάγκαλος ενημερώνεται για το κίνημα του Κονδύλη, ο οποίος σε συνεργασία με άλλους αξιωματικούς (Ντερτιλής, Κατσώτας, Κοκκαλάς) θέλει να τον ανατρέψει και καταλαμβάνει στις 22 Αυγούστου 1926 το υπουργείο στρατιωτικών και το φρουραρχείο.
Ο Πάγκαλος επιχειρεί να διαφύγει με το τορπιλοβόλο «Πέργαμος», αλλά συλλαμβάνεται από τους κινηματίες κοντά στα Κύθηρα, και οδηγείται στις φυλακές Ιτζεντίν της Κρήτης, όπου θα παραμείνει για δύο χρόνια.
Πηγή
Το κίνημα ξεσπά στο στρατιωτικό νοσοκομείο, που λειτουργεί και ως φυλακή, και εξαπλώνεται γρήγορα στη Βόρεια Ελλάδα, όπου οι μυημένοι αξιωματικοί καταλαμβάνουν θέσεις-κλειδιά. Ο πρωθυπουργός Ανδρέας Μιχαλακόπουλος προσπαθεί αρχικά να πάρει με το μέρος του τους πολιτικούς αρχηγούς Καφαντάρη και Κονδύλη, αλλά η χλιαρή του στάση καθιστά πολύ πιο εύκολη την επικράτηση του στρατηγού.
Μετά από διαπραγματεύσεις με τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου, ο οποίος καλείται να σχηματίσει κυβέρνηση, ο Θεόδωρος Πάγκαλος αναλαμβάνει καθήκοντα πρωθυπουργού, καθώς και υπουργού στρατιωτικών, στις 26 Ιουνίου.
Ωστόσο, ο στρατηγός θα γυρίσει αμέσως την πλάτη του στον βενιζελικό κόσμο, δείχνοντας τις διαθέσεις του να υπερβεί το πολιτικό σύστημα και να εγκαθιδρύσει τη δικτατορία. «Είμεθα κατάστασις», λέει, «δι’ ημάς δεν υπάρχει βενιζελισμός και κωνσταντινισμός, διότι δεν υπάρχουν πλέον τα εκπροσωπούντα τα δύο τοιαύτα κόμματα πρόσωπα. Ο μεν Βενιζέλος απέθανε πολιτικώς, ο δε Κωνσταντίνος φυσιολογικώς».
Το καθεστώς Πάγκαλου λαμβάνει ψήφο εμπιστοσύνης από την πλειοψηφία του κοινοβουλίου, το οποίο όμως θα καταργήσει με διάταγμα στις 30 Σεπτεμβρίου, με την πρόφαση ότι «έχει χάσει την εμπιστοσύνη του Έθνους» και χωρίς ιδιαίτερη αντίσταση από τον πολιτικό κόσμο.
«Επειδή βλέπω ότι είναι αδύνατον πλέον να εμπιστευώμεθα εις τον κοινοβουλευτισμόν, διά τούτο απεφάσισα ν’ αλλάξω την μέχρι τούδε πορείαν μου. Εις το εξής στηρίζομαι εις την εμπιστοσύνην του στρατού, όστις αποτελεί την νησίδα των εθνικών ελπίδων», λέει στους άνδρες της Ταξιαρχίας Δημοκρατικής Φρουράς, την πραγματική πολιτική βάση του καθεστώτος του.
Η δικτατορία δεν αργεί να δείξει το απολυταρχικό της πρόσωπο, με τον στρατηγό να επιβάλλει πλήρη λογοκρισία στον Τύπο και απαγορεύει την κυκλοφορία της Καθημερινής και του Ριζοσπάστη.
Παράλληλα, διατάζει την άγρια δίωξη δημοσιογράφων και πολιτικών –κυρίως κομμουνιστών, αλλά και βενιζελικών- όπως οι Αλέξανδρος Παπαναστασίου, Νικόλαος Πλαστήρας, Γεώργιος Παπανδρέου, Ιωάννης Μεταξάς, Κύρος Κύρου, διευθυντής της εφημερίδας «Εστία», Γεώργιος Βεντήρης, δημοσιογράφος κ.ά.
Ο Πάγκαλος έχει υποσχεθεί την –άνευ όρων- επιστροφή των ηθικών κανόνων στην κοινωνική και πολιτική ζωή της χώρας, σε αντίθεση με το «αμαρτωλό», όπως το χαρακτηρίζει, καθεστώς Μιχαλακόπουλου.
Η φράση «στην εποχή του Πάγκαλου ήταν μακριές οι φούστες» θα μείνει στην ιστορία, καθώς ο δικτάτορας έδωσε διαταγή με την οποία ανάγκαζε τις γυναίκες να φορούν φούστα που θα έπρεπε να απέχει το πολύ 30 εκατοστά από το έδαφος, έτσι ώστε να έχουν σεμνή εμφάνιση!
Ο λόγος του στρατηγού είναι ξεκάθαρα εθνικιστικός, και σε συνδυασμό με την εμμονή του περί εκδίκησης των Τούρκων για την Μικρασιατική καταστροφή, δημιουργούν έντονη ανασφάλεια στις γειτονικές χώρες και τον οδηγούν σε ολέθρια διπλωματικά λάθη.
Με αφορμή μια μικροσυμπλοκή στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, ο Πάγκαλος διατάζει την εισβολή του ελληνικού στρατού στη Βουλγαρία, που θα μείνει γνωστή ως το «επεισόδιο του Πετριτσίου». Το επεισόδιο λήγει γρήγορα με την επέμβαση της Κοινωνίας των Εθνών, η οποία επιβάλλει στην Ελλάδα ένα εξαιρετικά βαρύ χρηματικό πρόστιμο.
Επιπλέον, προκειμένου να δημιουργήσει ένα ισχυρό μέτωπο εναντίον της Τουρκίας, ο στρατηγός συμμαχεί με τη Γιουγκοσλαβία, στην οποία όμως παραχωρεί σημαντικά κυριαρχικά δικαιώματα πάνω στο ελληνικό έδαφος, όπως η συγκυριαρχία στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης.
Η συνθήκη αυτή προκαλεί μεγάλη αναταραχή στους πολιτικούς, επιχειρηματικούς αλλά και στρατιωτικούς κύκλου, και ουσιαστικά θα σημάνει την αρχή του τέλους για τη δικτατορία Πάγκαλου.
Ενώ απολαμβάνει τις διακοπές του στις Σπέτσες, ο Θεόδωρος Πάγκαλος ενημερώνεται για το κίνημα του Κονδύλη, ο οποίος σε συνεργασία με άλλους αξιωματικούς (Ντερτιλής, Κατσώτας, Κοκκαλάς) θέλει να τον ανατρέψει και καταλαμβάνει στις 22 Αυγούστου 1926 το υπουργείο στρατιωτικών και το φρουραρχείο.
Ο Πάγκαλος επιχειρεί να διαφύγει με το τορπιλοβόλο «Πέργαμος», αλλά συλλαμβάνεται από τους κινηματίες κοντά στα Κύθηρα, και οδηγείται στις φυλακές Ιτζεντίν της Κρήτης, όπου θα παραμείνει για δύο χρόνια.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου