Του LAURENT CORDONNIER
Συνεπώς, εάν ένας οικονομολόγος σας εκδηλώσει τα φιλικά του αισθήματα, τότε έχετε δύο επιλογές: είτε να θεωρήσετε το γεγονός τόσο σπάνιο ώστε να αντιμετωπίσετε τη φιλία ως κάτι το πραγματικά ξεχωριστό, είτε να παραμείνετε επιφυλακτικοί επιδεικνύοντας μια δυσπιστία που δεν θα είχε τίποτε να ζηλέψει από εκείνη των Ινδιάνων Σιού. Εάν ήμουν Ελληνας, δεν θα ήξερα πώς θα έπρεπε να αντιμετωπίσω την επιστολή με τίτλο «From a friend of Greece and of the Greeks» που απηύθυνε στον ελληνικό λαό ο διακεκριμένος γάλλος οικονομολόγος Ζακ Ντελπλά, μέλος του Συμβουλίου Οικονομικής Ανάλυσης. Η επιστολή, η οποία δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στην ηλεκτρονική σελίδα της γαλλικής εφημερίδας «Les echos», άρχιζε με το «My dear Greek friends» και παρουσιαζόταν ως «Α French Friendly Suggestion on how to Save Greece from Default and Collapse» (Μια φιλική γαλλική πρόταση για το πώς μπορεί να σωθεί η Ελλάδα από τη στάση πληρωμών και την κατάρρευση). Οι προτάσεις της επιστολής μπορούν να συνοψιστούν στο εξής: για την Ελλάδα υπάρχει μονάχα μία λύση, και αυτή συνίσταται στην αποπληρωμή του χρέους της.
Το λέει και το συμβόλαιο! Και το λέει απερίφραστα: «Η αλήθεια είναι ότι εμείς, στην υπόλοιπη ζώνη του ευρώ, είμαστε έτοιμοι να τη βοηθήσουμε εάν η ίδια βοηθήσει τον εαυτό της. Αυτό είναι το ευρωπαϊκό συμβόλαιο. Εμείς θέλουμε και έχουμε μεγάλο συμφέρον να κρατήσουμε την Ελλάδα στη ζώνη του ευρώ, υπό τον όρο όμως ότι κι εσείς θα εκπληρώσετε τις υποχρεώσεις σας που απορρέουν από το συμβόλαιο. Ομως, εάν εσείς δεν επιθυμείτε τα χρήματα και το πρόγραμμα του ΔΝΤ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, δεν θα υπάρξει βοήθεια από εμάς και τότε θα πρέπει να γνωρίζετε τις συνέπειες». Αντιδρώντας σε αυτό το κείμενο, ένας αναγνώστης έκανε το εξής εντυπωσιακό σχόλιο στην ιστοσελίδα: «Αδυνατώ να κατανοήσω τον πραγματικό ορισμό της λέξης φίλος που χρησιμοποιείτε. Νόμιζα ότι ένας φίλος μοιράζεται τις χαρές και τις λύπες. Μάλιστα, όταν λυγίζεις κάτω από τα βάσανα, ο φίλος είναι εκείνος που βάζει πλάτη και σου επιτρέπει να ξανασηκωθείς και να συνεχίσεις. Επίσης, όταν πεινάς, ο φίλος είναι εκείνος που μοιράζεται μαζί σου το φαγητό του: ακόμα κι αν δεν χορτάσετε με αυτό το λιγοστό φαγητό, χάρη σ' αυτό θα επιβιώσετε και οι δυο σας».
Ακόμα και στις περιπτώσεις όπου επιθυμούμε να κάνουμε έκκληση στο συναίσθημα, διαπιστώνουμε ότι είναι πολύ πιο δύσκολο για έναν οικονομολόγο να χρησιμοποιήσει αυτό το ημισφαίριο του εγκεφάλου του απ' ό,τι για ένα «συνηθισμένο» άτομο. Ισως επειδή πιστεύει ότι, κατά βάθος, τα συναισθήματα μπορούν να τον παρασύρουν μακριά από τον δρόμο της λογικής. Παραμένει πεπεισμένος ότι, αυτή τη στιγμή, οι Ευρωπαίοι βοηθούν τους Ελληνες. Ακριβώς κατά τον ίδιο τρόπο που ένας μεγάλος αριθμός συμπολιτών μας πιστεύει, γεμάτος συγκαταβατικότητα, ότι βάζουμε το χέρι στην τσέπη για να συνδράμουμε ένα διεφθαρμένο, αναποτελεσματικό και υδροκέφαλο κράτος στο οποίο ζει ένας τεμπέλης και διόλου προνοητικός λαός.
Αξίζει τον κόπο να υπενθυμίσουμε ότι, για την ώρα, κανένας Ευρωπαίος δεν έχει βάλει το χέρι στην τσέπη για να «βοηθήσει» την Ελλάδα. Τα χρήματα που δανείζει στο ελληνικό κράτος ο ευρωπαϊκός μηχανισμός στήριξης προέρχονται από δάνεια με την εγγύηση των ευρωπαϊκών κρατών και όχι από τους φόρους που πληρώνουν οι γάλλοι, οι γερμανοί ή οι τσέχοι πολίτες... Αυτοί που δανείζουν σήμερα -με έμμεσο τρόπο- την Ελλάδα, αγοράζοντας τους τίτλους που εκδίδει ο ευρωπαϊκός μηχανισμός στήριξης, το κάνουν με την απόλυτη θέλησή τους και... θα αποζημιωθούν από τα κράτη που έχουν εγγυηθεί τους τίτλους στην περίπτωση όπου η Ελλάδα κηρύξει στάση πληρωμών.
Ωστόσο, δεν έχουμε φτάσει ακόμα σε αυτό το σημείο. Για την ώρα, τα ευρωπαϊκά κράτη στηρίζουν κυρίως τους μετόχους των τραπεζών, δεδομένου ότι υποκαθιστούν σταδιακά τις τράπεζες στην κατοχή τίτλων του κρατικού χρέους, ενώ ταυτόχρονα βοηθούν και τους νέους δανειστές καθώς τους προσφέρουν τίτλους που δεν εγκυμονούν κανένα ρίσκο. Εάν λοιπόν κάποια μέρα εμείς οι Ευρωπαίοι αναγκαστούμε να «πληρώσουμε» για την Ελλάδα, θα το κάνουμε για να σώσουμε την περιουσία των μετόχων των τραπεζών και τα περιουσιακά στοιχεία των εύπορων αποταμιευτών ολόκληρου του πλανήτη. Υπό αυτήν την οπτική θα πρέπει να ερμηνεύσουμε και την απόφαση του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Η πραγματική ένδειξη φιλίας απέναντι στους Ελληνες θα έπρεπε μάλλον να συνίσταται στο ακριβώς αντίθετο από εκείνο που κάνει ο Ζακ Ντελπλά: να τους ομολογήσουμε ότι η κατάστασή τους δεν μπορεί με τίποτα να γίνει χειρότερη από εκείνη στην οποία επιθυμούμε να βρεθούν πολύ σύντομα όταν ισχυριζόμαστε ότι μπορούν να αποπληρώσουν το χρέος τους. Μια στάση πληρωμών της Ελλάδας θα σήμαινε αναγκαστικά την έξοδο από το ευρώ και κολοσσιαίες οικονομικές δυσκολίες. Ομως, αυτές οι δυσκολίες θα είναι άραγε χειρότερες από εκείνες με τις οποίες βρίσκονται ήδη αντιμέτωποι οι Ελληνες και τις οποίες θα συνεχίσουν να υφίστανται εάν ο μοναδικός τους ορίζοντας είναι η κόλαση της λιτότητας, της οποίας έχουν ήδη αρχίσει να γεύονται τους πικρούς καρπούς;
Ενας πραγματικός φίλος της Ελλάδας θα έπρεπε να θυμηθεί ότι η γενιά των Ευρωπαίων μιας κάποιας -ώριμης- ηλικίας που δίνει σήμερα μαθήματα στους Ελληνες είναι ακριβώς εκείνα τα άτομα που επωφελήθηκαν κάποτε από την Ελλάδα. Πράγματι, αυτά τα πλήθη Γερμανών, Ολλανδών, Βέλγων, Γάλλων κ.λπ., που ειρωνεύονται σήμερα τις χώρες του «Κλαμπ Μεντιτερανέ», ανήκουν στις ορδές με τα σακίδια που αποβιβάζονταν -πριν από ένα τέταρτο του αιώνα- στις Κυκλάδες για να περάσουν ονειρεμένες διακοπές, τις οποίες οι αστοί γονείς τους δεν μπορούσαν καν να απολαύσουν στον δικό τους τόπο. Ημουνα κι εγώ ένας από αυτές τις ορδές με τα σακίδια. Θυμάμαι ότι πληρώναμε το γεύμα μας στο εστιατόριο τρεις φορές φθηνότερα απ' ό,τι στη Γαλλία. Θυμάμαι ότι στα ταπεινά και πεντακάθαρα σπιτάκια όπου μέναμε, οι ιδιοκτήτες ήταν πέντε φορές πιο ευγενικοί απ' ό,τι τα γκαρσόνια στο παρισινό ξενοδοχείο «Terminus du Nord». Θυμάμαι εκείνον τον ξενοδόχο στη Σάμο ο οποίος βρήκε -κάτω από το στρώμα του φίλου μου του Ολιβιέ- το αεροπορικό του εισιτήριο και του το έστειλε έγκαιρα με τον κουνιάδο του που ήταν καπετάνιος σε πλοίο της γραμμής, ο οποίος και το παρέδωσε στη νύφη του που εργαζόταν στη νυχτερινή βάρδια σε ένα ξενοδοχείο στην Αθήνα (αυτά τα πράγματα φαντάζουν υπερβολικά ακόμα και για τους συγγραφείς αστυνομικών μυθιστορημάτων).
Θυμάμαι εκείνον τον συνταξιούχο οδοντίατρο στην Ικαρία ο οποίος βραδιάτικα διέκοψε την παρτίδα χαρτιών που έπαιζε για να θεραπεύσει έναν τρομερό πονόδοντο που με ταλαιπωρούσε επί μια εβδομάδα (και χωρίς να μου ζητήσει ούτε μία δραχμή). Θυμάμαι ακόμα τους φίλους μου Μπερτράν και Ντορίν που γνωρίστηκαν σε μια ντισκοτέκ της Ιου κι εξακολουθούν να ζουν μαζί ευτυχισμένοι. Ούτε και ξεχνάω ότι, από την εποχή των διακοπών μου στην Ελλάδα, τρώω χωριάτικη σαλάτα τρεις φορές την εβδομάδα. Εάν ήμασταν πραγματικά φίλοι των Ελλήνων, θα έπρεπε να τους ρωτήσουμε σήμερα: «Πόσα σας χρωστάμε;»
Πηγή : www.enet.gr
Οι οικονομολόγοι δεν πληρώνονται για να κάνουν μαθήματα ηθικής (άσχετα εάν αυτό ακριβώς κάνουν όλη την ώρα) και δεν έχουν τη φήμη του αισθηματία (άδικα ίσως).
Συνεπώς, εάν ένας οικονομολόγος σας εκδηλώσει τα φιλικά του αισθήματα, τότε έχετε δύο επιλογές: είτε να θεωρήσετε το γεγονός τόσο σπάνιο ώστε να αντιμετωπίσετε τη φιλία ως κάτι το πραγματικά ξεχωριστό, είτε να παραμείνετε επιφυλακτικοί επιδεικνύοντας μια δυσπιστία που δεν θα είχε τίποτε να ζηλέψει από εκείνη των Ινδιάνων Σιού. Εάν ήμουν Ελληνας, δεν θα ήξερα πώς θα έπρεπε να αντιμετωπίσω την επιστολή με τίτλο «From a friend of Greece and of the Greeks» που απηύθυνε στον ελληνικό λαό ο διακεκριμένος γάλλος οικονομολόγος Ζακ Ντελπλά, μέλος του Συμβουλίου Οικονομικής Ανάλυσης. Η επιστολή, η οποία δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στην ηλεκτρονική σελίδα της γαλλικής εφημερίδας «Les echos», άρχιζε με το «My dear Greek friends» και παρουσιαζόταν ως «Α French Friendly Suggestion on how to Save Greece from Default and Collapse» (Μια φιλική γαλλική πρόταση για το πώς μπορεί να σωθεί η Ελλάδα από τη στάση πληρωμών και την κατάρρευση). Οι προτάσεις της επιστολής μπορούν να συνοψιστούν στο εξής: για την Ελλάδα υπάρχει μονάχα μία λύση, και αυτή συνίσταται στην αποπληρωμή του χρέους της.
Το λέει και το συμβόλαιο! Και το λέει απερίφραστα: «Η αλήθεια είναι ότι εμείς, στην υπόλοιπη ζώνη του ευρώ, είμαστε έτοιμοι να τη βοηθήσουμε εάν η ίδια βοηθήσει τον εαυτό της. Αυτό είναι το ευρωπαϊκό συμβόλαιο. Εμείς θέλουμε και έχουμε μεγάλο συμφέρον να κρατήσουμε την Ελλάδα στη ζώνη του ευρώ, υπό τον όρο όμως ότι κι εσείς θα εκπληρώσετε τις υποχρεώσεις σας που απορρέουν από το συμβόλαιο. Ομως, εάν εσείς δεν επιθυμείτε τα χρήματα και το πρόγραμμα του ΔΝΤ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, δεν θα υπάρξει βοήθεια από εμάς και τότε θα πρέπει να γνωρίζετε τις συνέπειες». Αντιδρώντας σε αυτό το κείμενο, ένας αναγνώστης έκανε το εξής εντυπωσιακό σχόλιο στην ιστοσελίδα: «Αδυνατώ να κατανοήσω τον πραγματικό ορισμό της λέξης φίλος που χρησιμοποιείτε. Νόμιζα ότι ένας φίλος μοιράζεται τις χαρές και τις λύπες. Μάλιστα, όταν λυγίζεις κάτω από τα βάσανα, ο φίλος είναι εκείνος που βάζει πλάτη και σου επιτρέπει να ξανασηκωθείς και να συνεχίσεις. Επίσης, όταν πεινάς, ο φίλος είναι εκείνος που μοιράζεται μαζί σου το φαγητό του: ακόμα κι αν δεν χορτάσετε με αυτό το λιγοστό φαγητό, χάρη σ' αυτό θα επιβιώσετε και οι δυο σας».
Ακόμα και στις περιπτώσεις όπου επιθυμούμε να κάνουμε έκκληση στο συναίσθημα, διαπιστώνουμε ότι είναι πολύ πιο δύσκολο για έναν οικονομολόγο να χρησιμοποιήσει αυτό το ημισφαίριο του εγκεφάλου του απ' ό,τι για ένα «συνηθισμένο» άτομο. Ισως επειδή πιστεύει ότι, κατά βάθος, τα συναισθήματα μπορούν να τον παρασύρουν μακριά από τον δρόμο της λογικής. Παραμένει πεπεισμένος ότι, αυτή τη στιγμή, οι Ευρωπαίοι βοηθούν τους Ελληνες. Ακριβώς κατά τον ίδιο τρόπο που ένας μεγάλος αριθμός συμπολιτών μας πιστεύει, γεμάτος συγκαταβατικότητα, ότι βάζουμε το χέρι στην τσέπη για να συνδράμουμε ένα διεφθαρμένο, αναποτελεσματικό και υδροκέφαλο κράτος στο οποίο ζει ένας τεμπέλης και διόλου προνοητικός λαός.
Αξίζει τον κόπο να υπενθυμίσουμε ότι, για την ώρα, κανένας Ευρωπαίος δεν έχει βάλει το χέρι στην τσέπη για να «βοηθήσει» την Ελλάδα. Τα χρήματα που δανείζει στο ελληνικό κράτος ο ευρωπαϊκός μηχανισμός στήριξης προέρχονται από δάνεια με την εγγύηση των ευρωπαϊκών κρατών και όχι από τους φόρους που πληρώνουν οι γάλλοι, οι γερμανοί ή οι τσέχοι πολίτες... Αυτοί που δανείζουν σήμερα -με έμμεσο τρόπο- την Ελλάδα, αγοράζοντας τους τίτλους που εκδίδει ο ευρωπαϊκός μηχανισμός στήριξης, το κάνουν με την απόλυτη θέλησή τους και... θα αποζημιωθούν από τα κράτη που έχουν εγγυηθεί τους τίτλους στην περίπτωση όπου η Ελλάδα κηρύξει στάση πληρωμών.
Ωστόσο, δεν έχουμε φτάσει ακόμα σε αυτό το σημείο. Για την ώρα, τα ευρωπαϊκά κράτη στηρίζουν κυρίως τους μετόχους των τραπεζών, δεδομένου ότι υποκαθιστούν σταδιακά τις τράπεζες στην κατοχή τίτλων του κρατικού χρέους, ενώ ταυτόχρονα βοηθούν και τους νέους δανειστές καθώς τους προσφέρουν τίτλους που δεν εγκυμονούν κανένα ρίσκο. Εάν λοιπόν κάποια μέρα εμείς οι Ευρωπαίοι αναγκαστούμε να «πληρώσουμε» για την Ελλάδα, θα το κάνουμε για να σώσουμε την περιουσία των μετόχων των τραπεζών και τα περιουσιακά στοιχεία των εύπορων αποταμιευτών ολόκληρου του πλανήτη. Υπό αυτήν την οπτική θα πρέπει να ερμηνεύσουμε και την απόφαση του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Η πραγματική ένδειξη φιλίας απέναντι στους Ελληνες θα έπρεπε μάλλον να συνίσταται στο ακριβώς αντίθετο από εκείνο που κάνει ο Ζακ Ντελπλά: να τους ομολογήσουμε ότι η κατάστασή τους δεν μπορεί με τίποτα να γίνει χειρότερη από εκείνη στην οποία επιθυμούμε να βρεθούν πολύ σύντομα όταν ισχυριζόμαστε ότι μπορούν να αποπληρώσουν το χρέος τους. Μια στάση πληρωμών της Ελλάδας θα σήμαινε αναγκαστικά την έξοδο από το ευρώ και κολοσσιαίες οικονομικές δυσκολίες. Ομως, αυτές οι δυσκολίες θα είναι άραγε χειρότερες από εκείνες με τις οποίες βρίσκονται ήδη αντιμέτωποι οι Ελληνες και τις οποίες θα συνεχίσουν να υφίστανται εάν ο μοναδικός τους ορίζοντας είναι η κόλαση της λιτότητας, της οποίας έχουν ήδη αρχίσει να γεύονται τους πικρούς καρπούς;
Ενας πραγματικός φίλος της Ελλάδας θα έπρεπε να θυμηθεί ότι η γενιά των Ευρωπαίων μιας κάποιας -ώριμης- ηλικίας που δίνει σήμερα μαθήματα στους Ελληνες είναι ακριβώς εκείνα τα άτομα που επωφελήθηκαν κάποτε από την Ελλάδα. Πράγματι, αυτά τα πλήθη Γερμανών, Ολλανδών, Βέλγων, Γάλλων κ.λπ., που ειρωνεύονται σήμερα τις χώρες του «Κλαμπ Μεντιτερανέ», ανήκουν στις ορδές με τα σακίδια που αποβιβάζονταν -πριν από ένα τέταρτο του αιώνα- στις Κυκλάδες για να περάσουν ονειρεμένες διακοπές, τις οποίες οι αστοί γονείς τους δεν μπορούσαν καν να απολαύσουν στον δικό τους τόπο. Ημουνα κι εγώ ένας από αυτές τις ορδές με τα σακίδια. Θυμάμαι ότι πληρώναμε το γεύμα μας στο εστιατόριο τρεις φορές φθηνότερα απ' ό,τι στη Γαλλία. Θυμάμαι ότι στα ταπεινά και πεντακάθαρα σπιτάκια όπου μέναμε, οι ιδιοκτήτες ήταν πέντε φορές πιο ευγενικοί απ' ό,τι τα γκαρσόνια στο παρισινό ξενοδοχείο «Terminus du Nord». Θυμάμαι εκείνον τον ξενοδόχο στη Σάμο ο οποίος βρήκε -κάτω από το στρώμα του φίλου μου του Ολιβιέ- το αεροπορικό του εισιτήριο και του το έστειλε έγκαιρα με τον κουνιάδο του που ήταν καπετάνιος σε πλοίο της γραμμής, ο οποίος και το παρέδωσε στη νύφη του που εργαζόταν στη νυχτερινή βάρδια σε ένα ξενοδοχείο στην Αθήνα (αυτά τα πράγματα φαντάζουν υπερβολικά ακόμα και για τους συγγραφείς αστυνομικών μυθιστορημάτων).
Θυμάμαι εκείνον τον συνταξιούχο οδοντίατρο στην Ικαρία ο οποίος βραδιάτικα διέκοψε την παρτίδα χαρτιών που έπαιζε για να θεραπεύσει έναν τρομερό πονόδοντο που με ταλαιπωρούσε επί μια εβδομάδα (και χωρίς να μου ζητήσει ούτε μία δραχμή). Θυμάμαι ακόμα τους φίλους μου Μπερτράν και Ντορίν που γνωρίστηκαν σε μια ντισκοτέκ της Ιου κι εξακολουθούν να ζουν μαζί ευτυχισμένοι. Ούτε και ξεχνάω ότι, από την εποχή των διακοπών μου στην Ελλάδα, τρώω χωριάτικη σαλάτα τρεις φορές την εβδομάδα. Εάν ήμασταν πραγματικά φίλοι των Ελλήνων, θα έπρεπε να τους ρωτήσουμε σήμερα: «Πόσα σας χρωστάμε;»
Πηγή : www.enet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου