«Ζωγράφισα τον πίνακα γρήγορα, ύστερα από ένα μόνο προσχέδιο, υπό τη συναισθηματική επιρροή των ίδιων των γεγονότων. Τότε ζούσα ήδη στην Αγγλία και, παρότι η αίσθησή μου είναι ότι η αντίδραση εδώ ήταν μάλλον μικρότερη από ό,τι στη Γαλλία, στον κύκλο των επαφών μου η εξέλιξη αυτή είχε μεγάλη επίπτωση», εξηγεί ο Πίτερ ντε Φράντσια, δημιουργός του πίνακα «Η εκτέλεση του Νίκου Μπελογιάννη».
Γνωστός στη Μεγάλη Βρετανία για την έντονη πολιτική και κοινωνική στράτευση των έργων του, ο καλλιτέχνης μιλά στην εφημερίδα «Το Βήμα» για τους λόγους που τον ώθησαν να ασχοληθεί με το θέμα της εκτέλεσης του Νίκου Μπελογιάννη, στις 30 Μαρτίου 1952, «η οποία κατεγράφη ως ένα από τα σκληρότερα παραδείγματα των μετεμφυλιακών αντικομμουνιστικών διώξεων», όπως επισημαίνει ο ίδιος.
«Σπούδαζα Τέχνη στις Βρυξέλλες και δραπέτευσα στην Αγγλία όταν εισέβαλαν οι Γερμανοί. Προφανώς η αντίσταση μου ασκούσε μεγάλη έλξη. Για ένα διάστημα μετά τον πόλεμο έζησα στην Ιταλία και μοιράστηκα ένα μικρό διαμέρισμα με τον ζωγράφο Ρενάτο Γκουτούζο, ο οποίος υπήρξε παρτιζάνος και ορκισμένος αντιφασίστας. Μέσα από όλες αυτές τις συγκρούσεις οι κομουνιστές και οι σοσιαλιστές βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή της αντίστασης κατά του φασισμού. Τότε διαμόρφωσα και εγώ τις πολιτικές μου απόψεις. Από τη στιγμή που γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Γαλλία διατήρησα επαφές με την πολιτική σκέψη εκεί και είχα πλήρη ενημέρωση για τις αντιδράσεις τις οποίες προκάλεσε η καταδίκη του Μπελογιάννη από προσωπικότητες όπως ο Σαρτρ, ο Πικάσο και πολλοί άλλοι».
Για τον ντε Φράντσια, η φυσική κατάληξη του πίνακα δεν μπορεί παρά να είναι στην Ελλάδα, καθώς «το θέμα αντανακλά ένα σημαντικό γεγονός της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Θα ήθελα κάποια στιγμή να αποτελέσει κομμάτι της μόνιμης συλλογής ενός ελληνικού μουσείου έτσι ώστε πολλοί άνθρωποι να έχουν την ευκαιρία να τον βλέπουν και να θυμούνται ό,τι έγινε».
Ο πίνακας «Η εκτέλεση του Νίκου Μπελογιάννη» ανακαλύφθηκε από τον Βασίλη Καραβά από έναν σύνδεσμο στη Wikipedia. Όπως σημειώνει το «Βήμα», ο 28χρονος από την Κόρινθο, ο οποίος τα τελευταία χρόνια ζει και εργάζεται ως προγραμματιστής ηλεκτρονικών υπολογιστών στο Λονδίνο, ασχολείται πολύ με την Ιστορία και κυρίως με τις περιόδους εκείνες τις οποίες δεν διδάχθηκε στο σχολείο. «Η μεταπολεμική εποχή με ελκύει ιδιαίτερα», δηλώνει στην εφημερίδα, εξηγώντας παράλληλα και το ενδιαφέρον του για τον «άνθρωπο με το γαρίφαλο». Μέσα από αυτό το πρίσμα ο νεαρός εκδήλωσε αμέσως ενδιαφέρον για τον πίνακα του Ντε Φράντσια.
«Τον Σεπτέμβριο του 2010 απευθύνθηκα στην γκαλερί του Τζέιμς Χέιμαν στο Λονδίνο, η οποία αντιπροσωπεύει τον ζωγράφο, όπου όμως με πληροφόρησαν πως το έργο αφενός δεν έχει εκτεθεί ποτέ, αφετέρου δεν διατίθεται προς πώληση, καθώς βαθιά επιθυμία του ιδίου είναι να καταλήξει σε κάποιο ελληνικό μουσείο», λέει ο Βασίλης Καραβάς. Ο κριτικός κινηματογράφου Ορέστης Ανδρεαδάκης, μάλιστα, φίλος της οικογένειας Ντε Φράντσια στην Ελλάδα, είχε ήδη αναλάβει σχετικές διαπραγματεύσεις. Ωστόσο, λίγους μήνες αργότερα, τον Ιανουάριο του 2011 και με αφορμή τα 90χρονα του καλλιτέχνη η γκαλερί διοργάνωσε την τέταρτη ατομική έκθεση του Ντε Φράντσια,η οποία ήταν παράλληλα και η πρώτη μεγάλης κλίμακας παρουσίαση έργων του ύστερα από αυτήν της Tate Βritain το 2006. Τότε οι υπεύθυνοι πληροφόρησαν τον νεαρό ότι το έργο επρόκειτο να εκτεθεί αλλά και να διατεθεί προς πώληση αφού οι διαπραγματεύσεις με τους ελληνικούς φορείς δεν είχαν καταλήξει σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο.
«Πήγα και βρήκα τους υπευθύνους της γκαλερί, όπου τους εξήγησα ότι δεν γνωρίζω πολλά από τέχνη αλλά θα μου άρεσε να αποκτήσω έναν πίνακα με ιστορική σημασία. Ο ίδιος ο καλλιτέχνης με επέλεξε, παρότι είχε και άλλες προσφορές με πολύ περισσότερα χρήματα. Εγώ τον αγόρασα, έχοντας αναλάβει ορισμένες ηθικές, ας πούμε, δεσμεύσεις: αφενός ότι ο πίνακας θα δοθεί προς έκθεση σε κάποιο ελληνικό μουσείο και αφετέρου ότι σε περίπτωση μεταπώλησης θα προηγηθεί και πάλι κάποιο ελληνικό μουσείο ή ένας συλλέκτης διατεθειμένος να αναλάβει τις ίδιες ηθικές δεσμεύσεις», εξηγεί.
Ο κ. Καραβάς πάντως παραδέχεται ότι σε πρώτη φάση θα προτιμούσε να εκτεθεί το έργο πρώτα στη Μεγάλη Βρετανία, και δη στην Tate Βritain, καθώς με τον τρόπο αυτόν θα λάβει διεθνή δημοσιότητα, θα γραφτούν περισσότερες μελέτες και θα υπάρξουν αντιστοίχως περισσότερες αναφορές στο Διαδίκτυο.
Πηγή
Γνωστός στη Μεγάλη Βρετανία για την έντονη πολιτική και κοινωνική στράτευση των έργων του, ο καλλιτέχνης μιλά στην εφημερίδα «Το Βήμα» για τους λόγους που τον ώθησαν να ασχοληθεί με το θέμα της εκτέλεσης του Νίκου Μπελογιάννη, στις 30 Μαρτίου 1952, «η οποία κατεγράφη ως ένα από τα σκληρότερα παραδείγματα των μετεμφυλιακών αντικομμουνιστικών διώξεων», όπως επισημαίνει ο ίδιος.
«Σπούδαζα Τέχνη στις Βρυξέλλες και δραπέτευσα στην Αγγλία όταν εισέβαλαν οι Γερμανοί. Προφανώς η αντίσταση μου ασκούσε μεγάλη έλξη. Για ένα διάστημα μετά τον πόλεμο έζησα στην Ιταλία και μοιράστηκα ένα μικρό διαμέρισμα με τον ζωγράφο Ρενάτο Γκουτούζο, ο οποίος υπήρξε παρτιζάνος και ορκισμένος αντιφασίστας. Μέσα από όλες αυτές τις συγκρούσεις οι κομουνιστές και οι σοσιαλιστές βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή της αντίστασης κατά του φασισμού. Τότε διαμόρφωσα και εγώ τις πολιτικές μου απόψεις. Από τη στιγμή που γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Γαλλία διατήρησα επαφές με την πολιτική σκέψη εκεί και είχα πλήρη ενημέρωση για τις αντιδράσεις τις οποίες προκάλεσε η καταδίκη του Μπελογιάννη από προσωπικότητες όπως ο Σαρτρ, ο Πικάσο και πολλοί άλλοι».
Για τον ντε Φράντσια, η φυσική κατάληξη του πίνακα δεν μπορεί παρά να είναι στην Ελλάδα, καθώς «το θέμα αντανακλά ένα σημαντικό γεγονός της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Θα ήθελα κάποια στιγμή να αποτελέσει κομμάτι της μόνιμης συλλογής ενός ελληνικού μουσείου έτσι ώστε πολλοί άνθρωποι να έχουν την ευκαιρία να τον βλέπουν και να θυμούνται ό,τι έγινε».
Ο πίνακας «Η εκτέλεση του Νίκου Μπελογιάννη» ανακαλύφθηκε από τον Βασίλη Καραβά από έναν σύνδεσμο στη Wikipedia. Όπως σημειώνει το «Βήμα», ο 28χρονος από την Κόρινθο, ο οποίος τα τελευταία χρόνια ζει και εργάζεται ως προγραμματιστής ηλεκτρονικών υπολογιστών στο Λονδίνο, ασχολείται πολύ με την Ιστορία και κυρίως με τις περιόδους εκείνες τις οποίες δεν διδάχθηκε στο σχολείο. «Η μεταπολεμική εποχή με ελκύει ιδιαίτερα», δηλώνει στην εφημερίδα, εξηγώντας παράλληλα και το ενδιαφέρον του για τον «άνθρωπο με το γαρίφαλο». Μέσα από αυτό το πρίσμα ο νεαρός εκδήλωσε αμέσως ενδιαφέρον για τον πίνακα του Ντε Φράντσια.
«Τον Σεπτέμβριο του 2010 απευθύνθηκα στην γκαλερί του Τζέιμς Χέιμαν στο Λονδίνο, η οποία αντιπροσωπεύει τον ζωγράφο, όπου όμως με πληροφόρησαν πως το έργο αφενός δεν έχει εκτεθεί ποτέ, αφετέρου δεν διατίθεται προς πώληση, καθώς βαθιά επιθυμία του ιδίου είναι να καταλήξει σε κάποιο ελληνικό μουσείο», λέει ο Βασίλης Καραβάς. Ο κριτικός κινηματογράφου Ορέστης Ανδρεαδάκης, μάλιστα, φίλος της οικογένειας Ντε Φράντσια στην Ελλάδα, είχε ήδη αναλάβει σχετικές διαπραγματεύσεις. Ωστόσο, λίγους μήνες αργότερα, τον Ιανουάριο του 2011 και με αφορμή τα 90χρονα του καλλιτέχνη η γκαλερί διοργάνωσε την τέταρτη ατομική έκθεση του Ντε Φράντσια,η οποία ήταν παράλληλα και η πρώτη μεγάλης κλίμακας παρουσίαση έργων του ύστερα από αυτήν της Tate Βritain το 2006. Τότε οι υπεύθυνοι πληροφόρησαν τον νεαρό ότι το έργο επρόκειτο να εκτεθεί αλλά και να διατεθεί προς πώληση αφού οι διαπραγματεύσεις με τους ελληνικούς φορείς δεν είχαν καταλήξει σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο.
«Πήγα και βρήκα τους υπευθύνους της γκαλερί, όπου τους εξήγησα ότι δεν γνωρίζω πολλά από τέχνη αλλά θα μου άρεσε να αποκτήσω έναν πίνακα με ιστορική σημασία. Ο ίδιος ο καλλιτέχνης με επέλεξε, παρότι είχε και άλλες προσφορές με πολύ περισσότερα χρήματα. Εγώ τον αγόρασα, έχοντας αναλάβει ορισμένες ηθικές, ας πούμε, δεσμεύσεις: αφενός ότι ο πίνακας θα δοθεί προς έκθεση σε κάποιο ελληνικό μουσείο και αφετέρου ότι σε περίπτωση μεταπώλησης θα προηγηθεί και πάλι κάποιο ελληνικό μουσείο ή ένας συλλέκτης διατεθειμένος να αναλάβει τις ίδιες ηθικές δεσμεύσεις», εξηγεί.
Ο κ. Καραβάς πάντως παραδέχεται ότι σε πρώτη φάση θα προτιμούσε να εκτεθεί το έργο πρώτα στη Μεγάλη Βρετανία, και δη στην Tate Βritain, καθώς με τον τρόπο αυτόν θα λάβει διεθνή δημοσιότητα, θα γραφτούν περισσότερες μελέτες και θα υπάρξουν αντιστοίχως περισσότερες αναφορές στο Διαδίκτυο.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου